Πώς είναι να ξυπνάς μέσα στη νύχτα για να ηχογραφήσεις το riff που έχεις στο κεφάλι σου;
Είναι αναμφισβήτητα ο ύμνος που όρισε μια ολόκληρη γενιά, ένα τραγούδι που αναφέρεται συχνά ως ένα από τα σημαντικότερα της δεκαετίας του ’60 παρέα με άλλα αριστουργήματα όπως το «Like a Rolling Stone» του Bob Dylan και το «Hey Jude»των Beatles. Αλλά το κομμάτι που θα γινόταν γνωστο απλά ως «Satisfaction» γράφτηκε και ηχογραφήθηκε με έναν εντελώς αυθόρμητο τρόπο, ενώ ο συνθέτης του δεν ήταν καθόλου βέβαιος αν έπρεπε τελικά να το ηχογραφήσει και να βγει στα ράφια των δισκοπωλείων. Στις 6 Μαΐου 1965 ο κιθαρίστας των Rolling Stones, Keith Richards, κοιμόταν βαθιά στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του στο Χόλιγουντ, όπου η μπάντα έμενε κατά τη διάρκεια της περιοδείας της στη Βόρεια Αμερική. Eίχε προηγηθεί συναυλία στην οποία η μπάντα κατάφερε να πει μόλις τέσσερα τραγούδια, αφού ξέσπασε καυγάς ανάμεσα στο κοινό και η αστυνομία διέκοψε το σόου. Ο Keith Richards ωστόσο όπως και τα υπόλοιπα μέλη της μπάντας, είχε είδη καταναλώσει πολύ αλκοόλ και όταν επέστρεψε στο ξενοδοχείο, έπεσε σε λήθαργο. Το «Satisfaction» εκτόξευσε τους Rolling Stones αφού μπήκε αμέσως στο Hot 100 του Billboard και παρέμεινε στο Νο1 για τέσσερις εβδομάδες. Ξύπνησε αργά τη νύχτα με ένα σκοπό κολλημένο στο κεφάλι του. Άρπαξε ένα φορητό κασετόφωνο, πήρε την ακουστική κιθάρα του και ηχογράφησε το riff που άκουγε μέσα στο κεφάλι του: 1-2, 1-2-3, 1-2-3-4-5. Έπειτα ξαναγύρισε στο κρεβάτι του. Ήταν ένα riff που πιθανότατα εμπνεύστηκε από το ρυθμό του κομματιού «Dancing in the Streets» μιας αγαπημένης μπάντας της Motown, των Martha & The Vandellas. Μάλιστα το συνόδευσε με έναν στίχο, δανεισμένο από το κομμάτι του Chuck Berry (1955) “Thirty Days”, ο οποίος έλεγε: «I can’t get no satisfaction from the judge». Το πρωί άκουσε την κασέτα (η μία πλευρά της είχε χώρο 45 λεπτών). Είχε ηχογραφήσει 3 λεπτά μουσικής και 42 λεπτά ροχαλητού, αφού ξέχασε να πατήσει το στοπ. Ήταν σαν να σηκώθηκε για να γράψει το κομμάτι και μόλις τελείωσε, έπεσε και πάλι σχεδόν λιπόθυμος στο κρεβάτι.
Πήγε στην πισίνα του ξενοδοχείου με τον Mick Jagger, ο οποίος αμέσως άρχισε να γράφει στίχους για να πλαισιώσουν τη μουσική του Keith. Όταν η περιοδεία του συγκροτήματος έφτασε στο Σικάγο (λίγες μέρες αργότερα), κατέγραψαν την πρώτη έκδοση του “Satisfaction” στο θρυλικό Τσες στούντιο. Η πρώτη αυτή εκτέλεση έδινε περισσότερο την αίσθηση του μπλουζ, αφού κυρίαρχο όργανο ήταν η φυσαρμόνικα. Ο Keith Richards δεν ενθουσιάστηκε καθόλου με το αποτέλεσμα, ωστόσο ο ίδιος άκουγε το τραγούδι με την ψυχή του και όχι απλά ένα μπλουζ κομμάτι. Έτσι, την επόμενη μέρα, όταν οι Rolling Stones βρέθηκαν στο στούντιο RCA του Λος Άντζελες, ο διάσημος κιθαρίστας πήγε σε ένα κοντινό κατάστημα ονόματι Music City και αγόρασε ένα νέο “παιχνίδι” που ονομαζόταν fuzzbox – ένα φίλτρο το οποίο έδινε στον ήχο της κιθάρας μια ηλεκτρική παραμόρφωση. Το κομμάτι εμπλουτίστηκε με πιάνο και ντέφι, και ο παραγωγός Andrew Loog Oldham ενθουσιάστηκε. Παρά τις αντιρρήσεις του Keith Richards και του Mick Jagger, το κομμάτι κυκλοφόρησε στις 6 Ιουνίου 1965 στις ΗΠΑ ως προοίμιο του άλμπουμ «Out of our Ηeads». Στην Αγγλία και την υπόλοιπη Ευρώπη κυκλοφόρησε στις 20 Αυγούστου του ίδιου χρόνου.
Το «Satisfaction» εκτόξευσε τους Rolling Stones αφού μπήκε αμέσως στο Hot 100 του Billboard και παρέμεινε στο Νο1 για τέσσερις εβδομάδες, ενώ προκάλεσε την άμεση αντίδραση των πουριτανών της εποχής που το θεώρησαν «ανήθικο και επικίνδυνο». Σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης απαγορεύτηκε στην αρχή της κυκλοφορίας του και έγινε γνωστό μέσα από τους πειρατικούς σταθμούς. Οι Stones σε κάποιες εμφανίσεις τους αναγκάστηκαν να προσαρμόσουν τους στίχους του τραγουδιού. Στον κατάλογο του περιοδικού Rolling Stone με τα 500 κορυφαία τραγούδια όλων των εποχών κατέχει τη 2η θέση και πρόσφατα η Βιβλιοθήκη του Αμερικανικού Κογκρέσου το συμπεριέλαβε στους καταλόγους της.
Από την ΑΝΔΡΟΝΙΚΗ ΚΟΛΟΒΟΥ
Πηγές: RollingStones, jumpingfish, ngradio
Πηγή: www.lifo.gr