του Σπύρου Κουταβά
Χαρακτηρίστηκε ως η μεγαλύτερη σκευωρία στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας. Πρόκειται για την υπόθεση των Αεροπόρων όπου μια ομάδα στρατιωτικών ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών) αξιοποιώντας το μεταεμφυλιοπολεμικό κλίμα και την αντικομουνιστική υστερία της εποχής, έστησαν μια παράλογη σκευωρία εις βάρος ανώτερων αξιωματικών της αεροπορίας. Αφού τους βασάνισαν τους απήγγειλαν κατασκευασμένες κατηγορίες για δολιοφθορά και κατασκοπεία, τους οδήγησαν στο στρατοδικείο και τους καταδίκασαν σε θάνατο ενώ άλλους σε πολυετείς φυλακίσεις. Το τραγικό πρόσωπο που σφράγισε το αποτέλεσμα της δίκης των αεροπόρων ήταν ο νεαρός ίκαρος Νίκος Ακριβογιάννης, από το Πήλιο ο οποίος στις 7 Απριλίου 1952 πήρε ένα αεροπλάνο από την σχολή Ικάρων και προσγειώθηκε στην Αλβανία πιστεύοντας ότι εκτελεί ένα ευρύτερο εθνικό σχέδιο υπέρ της πατρίδας. Ο Νίκος Ακριβογιάννης συλλαμβάνεται, κατηγορείται ως κατάσκοπος, καταδικάζεται εις θάνατο και στις 16 Αυγούστου 1954 εκτελείται.
Εξήντα πέντε χρόνια μετά κι ενώ η εποχή του ψυχρού πολέμου έχει παρέλθει και ο πολιτικός χάρτης στην γειτονιά μας έχει αλλάξει ριζικά , το Together παρακολουθησε τα βήματα του ιστορικού ερευνητή και διδάκτωρα του ΑΠΘ Σταύρου Ντάγιου στα σκονισμένα αρχεία των κρατικών υπηρεσιών Ασφαλείας και Δικαιοσύνης της Αλβανίας και φέρνει στο φως άγνωστες πτυχές σε μια από τις πιο συνταρακτικές στιγμές της νεότερης ιστορίας.
Το υλικό της υπόθεσης «Ακριβογιαννη» ξεπερνά τις χίλιες σελίδες και αποτελείται από την ομολογία του, στην Αλβανική αστυνομία για τους λόγους που τον έκαναν να πραγματοποιήσει το εγχείρημά του, την απολογία του στο δικαστήριο, όπου μιλά για όλους, με ποιούς συνεργάστηκε και ποιοί τον στρατολόγησαν για την πραγματοποίηση της μυστικής αποστολής. Επίσης, περιλαμβάνονται δεκάδες επιστολές και γράμματα που αριθμούν περί τις 100 σελίδες προς τον Εμβερ Χότζα, στην οικογένειά του, στο ΚΚΕ, σε προσωπικότητες στην Ευρώπη, και σε άλλους που μπορούσαν να βοηθήσουν την δύσκολη θέση του. Βέβαια καμία επιστολή δεν έφτασε στον τελικό αποδέκτη, όλες κατέληξαν στα χέρια των Αλβανών ανακριτών που είχαν επιφορτιστεί με την περίπτωση του.
Το περιεχόμενο των επιστολών και όσα ο ίδιος ο Ακριβογιάννης ομολογεί στις ανακριτικές αρχές προς στο τέλος του 1953 ανατρέπουν το περιεχόμενο της υπόθεσης που συγκλόνισε την χώρα, στιγμάτισε αξιωματικούς, επιδείνωσε στο μέγιστο το ήδη πολύ βεβαρημένο μεταεμφυλιοπολεμικο κλίμα και άφησε το στίγμα του προδότη και λιποτάκτη, σ’ένα νεαρό Ικαρο που πείστηκε με διάφορες “μεθόδους” να λάβει μέρος σε μια παράλογη και καταδικασμένη αποστολή.
Η μεταεμφυλιακή θύελλα
Τον Αύγουστο του 1949 ο εμφύλιος τελειώνει με την ήττα του ΔΣΕ στο Βίτσι, και την αποχώρηση των ανταρτών στις χώρες του ανατολικού μπλοκ. Στη χώρα επικρατεί ένας άκρατος αντικομουνισμός που επηρεάζει όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας ζωής της χώρας. Κι ενώ το σχέδιο Μάρσαλ βρίσκεται σε εξέλιξη, στην Θεσσαλονίκη υπό την εποπτεία του Ελληνοαμερικανού Τομ Καραμεσίνη, που είναι ο πρώτος σταθμάρχης της CIA στην Ελλάδα, οργανώνεται ένα εκτενές δίκτυο Ελλήνων πρακτόρων με πρόσβαση στη δημόσια ζωή, τον στρατό και τα σώματα ασφαλείας
Την ίδια περίοδο στην Θεσσαλονίκη ένας ευπαρουσίαστος και ταλαντούχος νέος, καλογυμνασμένος και δεινός κολυμβητής, που ασχολείται με την ποίηση και την λογοτεχνία, έχει μόλις ολοκληρώσει την πρώτη του εμφάνιση ως ηθοποιός -με σημαντικό ρόλο – στο πλευρό του πρωταγωνιστή Αλέκου Αλεξανδράκη, στην ταινία «Δύο κόσμοι», που σκηνοθετεί ο Γιάννης Φιλίππου και ο Ιάσων Νόβακ. Το μέλλον για τον φιλόδοξο νέο -που κατάγεται από μεσοαστική οικογένεια – προδιαγράφεται λαμπρό, η λογοτεχνική του γραφή προκαλεί τα θετικά σχόλια ακόμη και από τον Ηλία Βενέζη και η καριέρα του στο χώρο της τέχνης φαντάζει μονόδρομος. Είναι ο 19 χρονος Νίκος Ακριβογιάννης.
Τους πρώτους μήνες του 1950 ο Ευλάμπιος Κωστίδης που ανήκει στο δίκτυο των Αμερικανών στην Θεσσαλονίκη, προσεγγίζει τον νεαρό ηθοποιό. Ο ριψοκίνδυνος και φιλόδοξος νέος αντιμετωπίζει θετικά την νέα πρόκληση, και στρατολογείται με το κωδικό όνομα «g1». Δύο άτομα έχουν αναλάβει την εκπαίδευσή του που πραγματοποιείται στις εγκαταστάσεις της Γεωργικής σχολής. Εκεί γνωρίζει για πρώτη φορά και τον Ελληνοαμερικανό Τομ Καραμεσίνη με τον οποίο θα κρατήσουν σταθερή επαφή εις το μέλλον. Μερικούς μήνες αργότερα στις αρχές του 1951 παρουσιάζεται στο στρατό και λίγο αργότερα μετά από συνεννόηση με τους «εκπαιδευτές του» δίνει εξετάσεις και εισέρχεται ως Ίκαρος στην σχολή Αεροπορίας στο Τατοϊ. Στους χώρους του ξενοδοχείου «Κάρλτον» στην Ομόνοια ο Νίκος Ακριβογιάννης συναντά κάθε Σάββατο τον διοικητή της σχολής του, Αναστάσιο Βλαντούση που θα αποδειχτεί ο πιο μοιραίος άνθρωπος για την ζωή του νεαρού Βολιώτη. Eίναι αυτός που θα τον «μυήσει» χρησιμοποιώντας όλα τα «μέσα» στην μυστική αποστολή της Αλβανίας.
Το γεγονός
Στις 13 Σεπτεμβρίου 1951 στο αεροδρόμιο της Σχολής Ικάρων ένα αεροπλάνο τύπου Χάρβαρντ συντρίβεται κατά την προσγείωση, ενώ τρεις μήνες μετά εμφανίζονται συνθήματα υπέρ του ΚΚΕ στους τοίχους της σχολής. Από τους επιτελείς τα γεγονότα συσχετίζονται και στις αρχές του 1952 ξεκινούν έρευνες όπου περιορίζονται σε συγκεκριμένους αξιωματικούς.
Συλλαμβάνονται και ανακρίνονται ακόμη και με την μέθοδο των βασανιστηρίων στην αερονομία του Παλαιού Φαλήρου, επτά ανώτατοι αξιωματικοί, επτά υπαξιωματικοί και πέντε πολίτες μεταξύ αυτών και ο φίλος του Ακριβογιάννη, Φανούριος Τσώκος.
Ένας από τους συλληφθέντες ο εκπαιδευτικός Χρήστος Δαδαλής, δεν άντεξε στην ανάκριση και πέθανε, ενώ οι υπόλοιποι θα ‘’ομολογήσουν’’ ότι ευθύνονται για την δολιοφθορά του αεροπλάνου. Η υπόθεση σφραγίζεται ανακριτικά, όταν ο νεαρός ίκαρος Νίκος Ακριβογιάννης, «αποδρά» με αεροπλάνο τύπου Χάρβαρντ και προσγειώνεται στην περιοχή των Αγ. Σαράντα της Αλβανίας. Οι σκευωροί έχουν στα χέρια τους το κομμάτι του πάζλ που τους έλειπε. Ότι ο «φυγάς δολιοφθορέας» λιποτάκτησε στην κομμουνιστική Αλβανία για να μην συλληφθεί. Στο αεροδικείο που θα ακολουθήσει τον Αύγουστο 1952, δικάζονται 19 αξιωματικοί με την κατηγορία ότι «έχουν δημιουργήσει κομμουνιστική οργάνωση που υλοποιεί τις εντολές της ηγεσίας του ΚΚΕ». Δυο από αυτούς καταδικάζονται σε θάνατο και άλλοι σε ισόβια και πολυετείς φυλακίσεις. Η υπόθεση, θα εκδικαστεί εκ νέου ένα χρόνο μετά, σε ανώτερο δικαστήριο όπου οι αξιωματικοί αναιρούν τις ομολογίες τους και καταγγέλλουν τους βασανισμούς τους, ενώ οι ποινές που επιβάλλονται είναι μικρότερες. Στο τέλος η κυβέρνηση Καραμανλή αποφασίζει να κλείσει το φάκελο της υπόθεσης με την χορήγηση αμνηστίας στους καταδικασθέντες αξιωματικούς. Η οριστική όμως αποκατάσταση τους θα γίνει μόλις το 1983.
Ο Ακριβογιάννης στην Αλβανία
Ο Ακριβογιάννης παρότι εχει μόλις 84 ώρες πτήσεις με εκπαιδευτή στο ενεργητικό του και 4 ώρες μόνος του στο ελικοφόρο Χαρβαρντ στις 7 Απριλίου 1952 καταφέρνει και προσγειώνει το αεροπλάνο του χωρίς την χρήση τροχών σ’ένα χωράφι στην περιοχή των Αγ. Σαράντα. Το πρώτο μέρος της μυστικής αποστολής του έχει εκτελεσθεί. Όπως γράφει ο ίδιος στην διάρκεια των ατέλειωτων ωρών φυλάκισής του, «οταν θα έφτανα στην Αλβανία θα μεταδιδόταν ότι χάθηκα. Κατά την πτήση μου θα έλεγαν ειδοποίησα το “Χόμερ Ελευσίνας” αλλά αυτό στάθηκε αδύνατο να με προσανατολίσει. Πιθανόν να έπεσα στη θάλασσα. Αυτή η μετάδοση θα εξηγείτο εδώ ότι έγινε για πολιτικούς λόγους. Όταν μου είπε ο διοικητής όλα αυτά, τον ρώτησα πότε θα γινόταν και πού, γιατί ακόμα δεν είχα πετάξει “σόλο” με διπλάνο Χάρβαρντ. Μου απάντησε ότι θα έφευγα αμέσως. Δεν μπορούσα να πω τίποτε άλλο παρά από “μάλιστα, διατάξτε”».
Ο Ακριβογιάννης συλλαμβάνεται και οδηγείται στα Τίρανα όπου αρχίζει μια δύσκολη και εξαντλητική ανάκριση που τα έχει όλα. Θα περάσει από σκληρό απομονωτήριο και ατέλειωτες ώρες μοναξιάς. Οι αρχές ως φαίνεται αφού διαπίστωσαν ότι δεν είναι μέλος της οργανωμένης ομάδας με το κωδικό «επιχείρηση ΑΛΒΑΝΙΑ» στην οποία συμμετείχαν Αλβανοί αντικαθεστωτικοί με την βοήθεια των Βρεττανών για την ανατροπή του Χότζα, τον έστειλαν δήθεν για πιο «χαλαρά» στο στρατόπεδο εργασίας στην Λούσνια. Εκεί έχουν ξεμείνει 250 μαχητές του ΔΣΕ, μέλη των οικογενειών τους, λιποτάκτες του ελληνικού στρατού, και άλλοι που μετά την λήξη του εμφυλίου πέρασαν τα σύνορα για ζήσουν την «σοσιαλιστική εμπειρία».
Στο στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας
Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα ο Ακριβογιάννης έχει χαρακτηριστεί φυγάς, προδότης, λιποτάκτης και μέλος της κομμουνιστικής οργάνωσης που υπονομεύει την χώρα. Αυτά εν πολλοίς τα «μαθαίνει» μόλις το καλοκαίρι του 1953 από δύο Έλληνες τον Βαγενά και Κατσουλίδη που διέφυγαν από την Ελλάδα στην Αλαβανία και οι αρχές τούς φυλάκισαν στον ίδιο στρατόπεδο. Τον ενημέρωσαν ότι «έχει γίνει μεγάλη δίκη στην Ελλάδα όπου έχουν καταδικαστεί πολλοί αξιωματικοί ως κομμουνιστές για δολιοφθορά». Ο νεαρός Ίκαρος αρχίζει να αισθάνεται ότι είναι παγιδευμένος, νοιώθει εγκαταλελειμμένος και μόνος αλλά ελπίζει και θυμάται τις υποσχέσεις των ανωτέρων του, όπως του Μπουκουβάλα που ως επικεφαλής του Α2 , τον «προετοίμασε επιχειρησιακά», ποιες πληροφορίες θα «προσκομίσει» και πως θα διαχειριστεί τους Αλβανούς ανακριτές του, ότι στο σενάριο της αποστολής προβλεπόταν ακόμη και βοήθεια εάν κάτι πήγαινε άσχημα.
«Υπέθεσα ότι αυτοί κάτω, θα είχαν μεταδώσει αυτά που μου είπε και ο διοικητής Βλαντούσης και για αυτό το λόγο το γεγονός το δικό μου θα είχε περάσει απαρατήρητο. Έτσι δεν θα το θυμόταν ο Βαγενάς και ο Κατσουλίδης. Χωρίς, φυσικά, να είμαι και βέβαιος. Έπειτα και το ζήτημα ενός αεροπλάνου που έμαθε ότι είχε έρθει , άρχισε να ενισχύει τις σκέψεις μου ότι ήταν για μένα καλά, γιατί ίσως επρόκειτο για τον Ευσταθίου ή τον Εμμανουήλ . Αυτό όμως το γεγονός κατάλαβα ότι δεν ήταν τίποτε, αλλά το αεροπλάνο, για το οποίο μιλούσαν, δεν ήταν άλλο παρά το δικό μου». Οι Ευστάθιου και Εμμανουήλ που αναφέρει είναι οι εκπαιδευτές του στην σχολή Ικάρων.
Αν και δεν βλέπει φως στον ορίζοντα δεν το βάζει κάτω, αρχίζει να μελετά, ξεκοκαλίζει κυριολεκτικά την μαρξιστική βιβλιοθήκη του στρατοπέδου, ενώ μαθαίνει εντατικά την Ιταλική γλώσσα. «Διάβασα, για να μη πω ότι μελέτησα την «Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας», «Ιστορικός Υλισμός», «Ο κομμουνιστής σαν μέλος του κόμματος και σαν άνθρωπος», έτσι κάπως είναι ο τίτλος του, από τα άπαντα του Ζαχαριάδη, «Οικονομικά προβλήματα στην Ε.Σ.Σ.Δ.» του Στάλιν και ένα άρθρο του Ηλία Έρεμπουργκ που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση. Όλη αυτή η μελέτη μου από τότε που βρισκόμουνα στην αρχή κιόλας άσκησε επάνω μου μεγάλη επίδραση. Δηλαδή εκείνες οι τύψεις, οι λίγες που είχα πρώτα, στην περίπτωση που δεν θα εκτελούσα την αποστολή μου, φύγανε τελείως. Ξεκαθάρισα τώρα, αν και πρώτα δεν τους έδινα πολλή σημασία, τας «Εθνικάς διεκδικήσεως» και τον «Κομμουνιστικόν κίνδυνον» και πολλά τέτοια παρόμοια».
Σε στιγμές αδυναμίας η κυκλοθυμικής κατάστασης ο Ακριβογιάννης σκεφτόταν να απαρνηθεί τη μυστική αποστολή του.
Η οργάνωση ΜΕΔΕΒΑ και οι απόπειρες απόδρασης
Όμως αποφασίζει να περάσει στην αντεπίθεση. Προσπαθεί να θέσει σε εφαρμογή όσα διδάχτηκε στην διάρκεια της «επιχειρησιακής του προετοιμασίας». Οργανώνει την ΜΕΔΕΒΑ (Μοίρα Επιλέκτων Δοκίμων Ελληνικής Βασιλικής αεροπορίας) με μέλη της αρχικά δύο Έλληνες που όπως αποδείχτηκε στην συνέχεια ήταν άνθρωποι των Αλβανικών αρχών.
«..εν τω μεταξύ και η είδηση από την εφημερίδα για τα στρατιωτικά σύμφωνα για τον ερχομό των Αμερικανών στην Ελλάδα κ.λπ. μ’ έκανε να σκεφτώ ότι το συμφέρον μου θα ήταν να φτειάξω τυπικά τη ΜΕΔΕΒΑ ή να δραπετεύσω στην Ιταλία. Δεν το ’χουν τίποτα, σκέφτηκα, να κάνουν κανέναν πόλεμο και να μπουκάρουν προς τα πάνω . Τότε τι γίνεται; Αν έχω όμως τη ΜΕΔΕΒΑ θα τους πω: Ορίστε, κύριοι, εκτέλεσα την αποστολή μου, όσο μου ήταν δυνατό. Μα και τότε ποιος λέει ότι θα μου τη χάριζαν και μένα και των ατόμων που θ’ ανήκαν σ’ αυτήν; Δεν σκόπευα, βέβαια, να στρατολογήσω πάνω από 5 το πολύ».
Ο Ακριβογιάννης έχει εκμυστηρευτεί τα σχέδιά του στην ομάδα, που προβλέπουν ακόμη και πράξεις δολιοφθοράς με ανατινάξεις δημοσίων κτιρίων στα Τίρανα και το Δυρράχιο. Τον Οκτώβριο του 1953 προσπαθεί μόνος του να δραπετεύσει προς την Ιταλία χωρίς όμως επιτυχία. Η δεύτερη απόπειρα οργανώνεται με την συμμετοχή των μελών της ΜΕΔΕΒΑ, δηλαδή του «Μήτσου» και του «Σπύρου Παγιατάκη» που λίγο καιρό πριν πέρασε από την Κέρκυρα στην Αλβανία. Προφασίζεται λόγους υγείας για να μεταφερθεί στα Τίρανα με σκοπό την διαφυγή τους στην Γιουγκοσλαβία. Όμως ο «Μήτσος» προδίδει την ενέργεια και συλλαμβάνονται από την αστυνομία στην Ραγκοζίνα 15 χλμ πριν από τα Τίραννα.
Στην ανάκριση κρατά σθεναρή στάση αλλά στην συνέχεια καταλαβαίνει ότι αυτό είναι μάταιο, καθότι οι δυο συγκρατούμενοί του τα έχουν πει όλα στις αρχές. Ο Ακριβογιάννης προδομένος και εγκαταλελειμμένος από όλους ακόμη και από τους συγκρατούμενούς του αποφασίζει να μιλήσει για όλα. Ομολογεί ότι «στρατολογήθηκε από τους Αμερικανούς το 1950 στην Θεσσαλονίκη και ότι αμέσως μετά ακολούθησε η ανάθεση της μυστικής αποστολής από τον διοικητή του στην σχολή Ικάρων Αναστάσιο Βλαντούση».
Το τέλος
Ο νεαρός ίκαρος είναι μόλις 23 ετών, βλέπει ότι πλησιάζει το τέλος της ζωής του, και κάνει τον απολογισμό του. Θυμάται και αποτυπώνει στα σημειώματά του τις συζητήσεις και τον τρόπο που «μυήθηκε» από τον διοικητή του στην επιχείρηση.
«Δόκιμε Ακριβογιάννη, το συμφέρον της πατρίδος επιβάλλει να εξασφαλισθεί η επιτυχία πρακτικά. Μη σου φανεί σκληρό αυτό που θα σου πω, πρέπει να ξέρεις ότι κάθε ανυπακοή από τη στιγμή που θ’ αρχίσει η αποστολή σου, ισοδυναμεί με την καταδίκη των δικών σου τους οποίους αγαπάς. Φαντάζομαι ότι η αγάπη προς την πατρίδα και τους δικούς σου, τη μητέρα σου, τον πατέρα σου, την αδελφή σου, είναι πιο μεγάλη από την αγάπη που έχεις για τον εαυτό σου. Είσαι αρκετά έξυπνος για να με καταλάβεις. Κατα
λαβαίνεις ότι όλα αυτά ξεκινούν από το συμφέρον της πατρίδας; – Μάλιστα..».
Ο Νίκος Ακριβογιάννης στις 8 Ιουλίου 1954 καταδικάζεται σε θάνατο αλλά η ποινή δεν εφαρμόζεται αμέσως. Εκείνη την περίοδο έχει ανοίξει μια χαραμάδα φωτός στην διπλωματία, όπου η Ελλάδα αρχίζει να ζητά από τις Αλβανικές αρχές την επιστροφή του αεροπλάνου χωρίς καμία αναφορά στην τύχη του νεαρού αεροπόρου.
Τελικά εκτελείται στις 16 Αυγούστου του 1954 με κάθε μυστικότητα στο Μπεράτι της Αλβανίας. Στα αλβανικά αρχεία αναφέρεται ότι λίγο πριν το τέλος φώναξε «Ζήτω η Ελλάς»
Ολόκληρο το υλικό της ιστορικής έρευνας συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο με τίτλο «Ο Νίκος Ακριβογιάννης και η δίκη των αεροπόρων μέσα από τα απόρρητα αλβανικά έγραφα» που βρίσκεται ήδη στα ράφια των βιβλιοπωλείων.
Ο ιστορικός, ερευνητής και συγγραφέας του βιβλίου Σταύρος Ντάγιος που έφερε στο φως τα φάκελο της «υπόθεσης Ακριβογιάννη» σημείωσε στο Together ότι, «Η ‘’δίκη των αεροπόρων’’ είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την «κατασκοπευτική» αποστολή του Νίκου Ακριβογιάννη και με την ανάδειξη του υλικού της δικογραφίας από τα αλβανικά αρχεία, αίρονται οι όποιες υποθέσεις, εικασίες και φωτίζεται πλήρως η συνολική εικόνα της υπόθεσης. Ο Νίκος Ακριβογιάννης αφηγείται ο ίδιος, ύστερα από έξι δεκαετίες, ενώπιον της αδέκαστης κρίσης της ιστορίας, σε μία ετεροχρονισμένη συνέχεια της λαβυρινθώδους δίκης!
*από την έντυπη έκδοση ΤOGETHER