Σε μια εποχή όπου οι νέοι της Δυτικής Μακεδονίας επιλέγουν τη φυγή προς τις μεγάλες πόλεις ή το εξωτερικό, η εικόνα των γερασμένων χωριών της περιοχής μας προκαλεί ανάμεικτα συναισθήματα. Ωστόσο, η επίσκεψή μου στο χωριό Ροδίτης πριν από λίγες ημέρες προσέφερε μια ελπιδοφόρα νότα μέσα σε αυτή την απογοητευτική πραγματικότητα.
Το καφενείο του Ροδίτη, γεμάτο με παιδιά και νέους ανθρώπους, έδωσε μια αχτίδα φωτός σε μια γενικότερα σκοτεινή εικόνα. Τα μικρά παιδιά που έπαιζαν στην πλατεία, οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι που ασχολούνται με τις παραδοσιακές δουλειές, αναπτερώνουν την ελπίδα για μια πιθανή αναγέννηση των χωριών μας. Ωστόσο, η πραγματικότητα μας υπενθυμίζει επίσης την πικρή αλήθεια: η νεολαία εγκαταλείπει τα χωριά, αφήνοντας πίσω τους γέρικες υποδομές και ελάχιστες ευκαιρίες.
Η πραγματική ερώτηση είναι! Πώς μπορεί να μεταμορφωθεί αυτή η ελπίδα σε βιώσιμη αλλαγή; Τα γερασμένα χωριά μας δεν μπορούν να περιμένουν άλλο. Εάν δεν καταφέρουμε να δημιουργήσουμε ελκυστικές συνθήκες για τους νέους μας, αν δεν ενισχύσουμε την υποδομή και αν δεν αναδείξουμε τα μοναδικά χαρακτηριστικά της περιοχής μας, η εγκατάλειψη θα συνεχίσει να είναι η κυρίαρχη πραγματικότητα.
Είναι επιτακτική ανάγκη για την πολιτεία και τις τοπικές αρχές να προχωρήσουν σε στοχευμένες παρεμβάσεις που θα επανεκκινήσουν την οικονομική και κοινωνική ζωή των χωριών. Αυτό περιλαμβάνει επενδύσεις σε υποδομές, εκπαιδευτικά προγράμματα και οικονομική, πραγματική, στήριξη για νέους αγρότες και κτηνοτρόφους, αλλά και στήριξη και ανάδειξη των τοπικών προϊόντων. Μόνο με συντονισμένες προσπάθειες μπορούμε να ελπίζουμε για μια βιώσιμη και αξιοπρεπή αναγέννηση της υπαίθρου μας.
Η εικόνα του Ροδίτη, λοιπόν, αν και ενθαρρυντική, δεν πρέπει να συγκαλύψει την αλήθεια των προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε. Χρειάζεται δράση, χρειάζεται στρατηγική, χρειάζεται πίστη στο μέλλον των χωριών μας. Η αναγέννηση είναι εφικτή, αρκεί να αναλάβουμε όλοι μας την ευθύνη και να συνδυάσουμε την ελπίδα με συγκεκριμένα βήματα αλλαγής.