Ολόγιομο, λαμπερό και χρυσαφένιο πάντα μα πάντα όταν σε κοιτώ νιώθω σαν να σε βλέπω πρώτη φορά. Αυτή η αίσθηση ίδια σαν να μην σε έχω ξαναδεί ποτέ μου. Και γράφει το μυαλό τόσα πολλά σε κατάλευκη σελίδα, γράμμα με παραλήπτη το φεγγάρι. Σκέψεις, σκέψεις, λόγια, λόγια, ατελείωτα έχω να σου εκμυστηρευτώ τόσα.. Τόσο φωτεινό σαν λάμπα ανάκρισης που σε αναγκάζει να τα μαρτυρήσεις όλα, χωρίς φόβο αλλά με πάθος. Δεν υπάρχει μέρα που να μη σηκώσω κεφάλι για να σε δω, να σε θαυμάσω, να σε αγαπήσω, να σου μιλήσω, να σου εκμυστηρευτώ μυστικά, να σου ευχηθώ, να σε αναζητήσω ξέροντας πως από την άλλη πλευρά σου άλλο ένα ζευγάρι μάτια σε κοιτά και κάνει τα ίδια. Πόσα βλέμματα τραβάς και ενώνεις, πόσες ευχές καταγράφεις στο μεγάλο στρογγυλό κενό σου; Πόσους θαυμαστές έχεις να’ξερες; Πόσα βράδια μοναχικά και παρεΐστικα συντρόφεψες; Πόσες άχαρες νύχτες στόλισες; Πόσα στενά φώτισες; Πόσα νυχτοπερπατήματα προστάτεψες να’ξερες; Ακόμα στην παλάμη το σημάδι από το κλειδί της πόρτας που με λαχανιασμένο τρεχαλητό ψάχναμε. Διώχνεις τον φόβο και ρίχνεις φως στο σκοτάδι. Φτιάχνεις τις θάλασσες απέραντους καθρέφτες, γίνεσαι φάρος για καραβάκια χαμένα που απεγνωσμένα θέλουν να δέσουν.
Στέκεσαι πιο ψηλά από όλους για να θωρείς τα πάντα, για μη σου ξεφεύγει τίποτα, για να σκορπάς την χρυσόσκονη σου και να καλύπτεις καθετί άσχημο. Αυτή η μαγική σου χρυσόσκονη χρυσώνει ακόμη και την πιο μπακιρένια ελπίδα. Και γράφει, γράφει το μυαλό στη θέα σου μα ό,τι και να γράψει τα ποιήματα που γράφτηκαν για σένα δε θα τα φτάσει ποτέ. Την τελευταία φορά που εμφανίστηκες ολόκληρο, όσο ψηλά και αν ανέβηκα για να σε αγκαλιάσω δεν τα κατάφερα, ούτε να απαθανατίσω την ομορφιά σου κατάφερα. Τόση ομορφιά δεν χωρά σε ένα μόνο κλικ. Σε φωτογράφισαν όμως, τα μάτια μου και ήσουν πιο όμορφο από την τελευταία φορά.
Γράμμα στο φεγγάρι σαν σαΐτα που πετάει στον ουρανό και περνάει από μπροστά σου. Χιλιάδες σαΐτες, στόματα που εξομολογούνται, στιγμές που μένουν στην ιστορία, βόλτες αμέτρητες γύρω από εσένα με δικαιολογία την παρουσία σου. Χέρια μπλεγμένα και ξέμπλεκα, κεφάλια στραμμένα προς την ίδια κατεύθυνση, ενώνεις στη θέα σου. Έχεις ταυτιστεί με το όνειρο, μπαίνεις αθόρυβα μέσα από παράθυρα κλειστά και γίνεσαι ο πιο ευπρόσδεκτος επισκέπτης. Πάντα όταν θα σε κοιτώ θα’ ναι σαν μην σε ξανάδα ποτέ και θα σε γνωρίζω πάλι από την αρχή και θα σου τραγουδώ αυτό το τραγουδάκι που σου αφιέρωνα από παιδί.
«Χάρτινο το φεγγαράκι,
ψεύτικη η ακρογιαλιά,
αν με πίστευες λιγάκι
θα’ σαν όλα αληθινά».