Όσο πολύπλοκη κι αν έγινε η μουσική μας, όσο κι αν η τεχνολογία έφερε κομπιούτερ και djς, ο ήχος δεν κατάφερε να γίνει τόσο ζεστός. Μέσα στην πολυπλοκότητα της εποχής μας, αναζητούμε κάτι πιο απλό, όπως ο ήχος του τότε. Η δεκαετία του ’60 είναι ίσως μία από τις πιο «ανήσυχες» χρονικές περιόδους αλλά και από τις πιο συγκλονιστικές δεκαετίες της νεότερης Ελλάδας. Μια δεκαετία γεμάτη πολιτικά και κοινωνικά κινήματα, έντονες πολιτικές και κοινωνικές ανατροπές, αλλαγές στη νοοτροπία, στα ήθη και έθιμα, με ρήξεις, αμφισβητήσεις, εντάσεις και αντιφάσεις.
Συνεχίζουμε να μνημονεύουμε την δεκαετία του ‘60 ως μία από τις πιο ξεχωριστές δεκαετίες του 20ου αιώνα που έχει αφήσει ένα βαθύ ιδεολογικό, πνευματικό και αισθητικό στίγμα, ήταν όμως έτσι;
Οι προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί τότε για τη δεκαετία αυτή ήταν από την αρχή ιδιαίτερα υψηλές. Το 1960 δεν αρχίζει απλώς ένας καινούριος χρόνος αλλά μια νέα δεκαετία και αυτό είναι που προσδίδει ιδιαίτερο βάρος στην πλάστιγγα της διεθνούς ζωής.
Μέσα στη δεκαετία του 1960 τοποθετούνται γεγονότα κεφαλαιώδους σημασίας. Ο Τύπος βρισκόταν ακόμη σε άνθηση, αποτελώντας το βασικό μέσο ενημέρωσης, μαζί με το ραδιόφωνο. Η τηλεόραση έκανε τα πρώτα της -νηπιακά- βήματα με κάποιες πειραματικές εκπομπές που δεν μονιμοποιήθηκαν, ενώ ξεκίνησε να εκπέμπει τακτικά από τον Φεβρουάριο του 1966.
Τη δεκαετία του ’60 όμως τα πράγματα ήταν τελείως διαφορετικά.
Ο κόσμος πέθαινε από μια απλή ίωση, από πνευμονία, ελονοσία, διφθερίτιδα κοκκύτη. Ζούσε τότε έως τα 55 του. Η γυναίκα ψήφιζε πάντα ότι και ο άντρας. Έπαιρνε και το όνομα του, όχι μόνο το επώνυμο αλλά και το μικρό του. Μήτσαινα του Δημήτρη, Γιώργαινα του Γιώργη, Γιάννενα του Γιάννη.
Ήταν λοιπόν υπέροχα τη δεκαετία του ’60 και γιατί τη νοσταλγούμε;
Tο ’60 ήταν η εποχή της μεγάλης ελπίδας. Η Ελλάδα επουλωμένη από τις πληγές του εμφυλίου, καλωσόριζε τις νέες ιδέες. “Οι νέοι για πρώτη φορά αποκτούν μια οντότητα και υψώνουν ανάστημα μπροστά στους μεγάλους”. Άρα στη σύγκριση που γίνεται όταν μιλάμε για την δεκαετία του ’60, υπάρχει πάντα η μετεμφυλιακή μαυρίλα του ’50 που βαραίνει άνισα σε όποια ζυγαριά και αν μπει.
Και αν μου πείτε για τους δρόμους θα σας πω ναι, προτιμώ τους αυτοκινητόδρομους από τους χωματόδρομους. Τότε για να πας στη διπλανή πόλη έκανες πάρα πολλές ώρες. Φακέλωμα με το πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων και άντε να βρεις δουλειά.
Υπάρχει η νοσταλγία μόνο για τις χαρούμενες νότες, τα πάρτι, την κοινωνία που δεν φοβόταν πια τη βία, τις κλοπές, τα ναρκωτικά. Περνούσαμε τόσο καλά τότε που ένα μεγάλο μέρος της Ελλάδος και κυρίως εδώ στην Μακεδονία μας, έφευγε για ένα καλύτερο αύριο. Το έζησα. Και αυτό o καημός της ξενιτιάς ήταν βαρύς και ασήκωτος, γέννησε όμως πανέμορφα τραγούδια που είναι αποτυπωμένα στους δίσκους της εποχής εκείνης.
Η θετική και η αρνητική πλευρά θα υπάρχει πάντα και παντού. Δεν χρειάζεται να μπαίνουμε σε συγκρίσεις άσκοπες. Πρέπει μόνο να προσπαθούμε να κρατάμε τα καλά και να αποβάλλουμε τα υπόλοιπα. Μόνο έτσι προοδεύουν οι κοινωνίες.
Υπάρχει μια ακόμη μεγάλη διαφορά του σήμερα με τη δεκαετία του ’60. Μπορεί οι συνθήκες να ήταν δύσκολες αλλά υπήρχε ελπίδα ότι τα επόμενα χρόνια θα είναι καλύτερα. Ήμασταν στον πάτο και κοιτούσαμε να πάμε ψηλότερα. Τώρα, είμαστε ψηλότερα αλλά πάμε προς τον πάτο.
Η οικονομία τότε γνωρίζει μεγάλη άνθηση, με τη βιομηχανία να είναι το κύριο όχημα της ανάπτυξης. Γίνονται επενδύσεις στη βαριά βιομηχανία, την μεταλλουργία και τα χημικά, ενώ η βιομηχανική παραγωγή δεν περιλαμβάνει μόνο καταναλωτικά αγαθά αλλά μηχανήματα και άλλα ενδιάμεσα προϊόντα που χρησιμοποιούν οι ίδιες οι βιομηχανίες.
Νέα «μεγάλα τζάκια» εμφανίζονται με ανθρώπους των οποίων το όνομα δεν συνδέεται τόσο με ευεργεσίες, όπως τα προηγούμενα χρόνια. Η μορφή της παραδοσιακής οικογένειας αλλάζει και μαζί με αυτήν αλλάζουν ή καταργούνται διάφοροι εθιμοτυπικοί κανόνες. Οι περισσότεροι γάμοι γίνονται πια από έρωτα και όχι από συνοικέσιο όμως τα διαζύγια αυξάνονται.
Οι γυναίκες απελευθερώνονται, σπουδάζουν, εργάζονται, κατακτούν θέσεις σε τομείς «ανδρικούς». Η νεολαία είναι πιο δυναμική, πολιτικοποιείται, βγαίνει στο προσκήνιο με πολιτικές οργανώσεις και συλλαλητήρια. Εκφράζεται έντονα και ελεύθερα , διασκεδάζει σε ταβέρνες, κουτούκια, και κοσμικά κέντρα. Οι μπουάτ φθάνουν στην Ελλάδα μέσω της κινηματογραφικής nouvelle vague που επηρεάζει το ελληνικό τραγούδι. Οι νέοι επικοινωνούν μέσα από τη μουσική, γίνονται όλοι μια παρέα στα μαγαζιά και χορεύουν μπλουζ και σέικ στα πάρτι και στα σπίτια. Στα πάρτι, που τα έλεγαν «συγκεντρώσεις» τα αγόρια κάθονταν χωριστά από τα κορίτσια και ο μόνος τρόπος για να βρεθούν κοντά ήταν να χορέψουν μπλουζ.
Πως διασκέδαζαν οι νέοι της Κοζάνης τότε;
Η κατάσταση τότε στην Κοζάνη ήταν δύσκολη. Μέχρι το 1963 – 64 οι μαθητές των Γυμνασίων φορούσαν πηλίκια με τον αριθμό μητρώου τους πάνω σ’ αυτά. Οι κοπέλες φορούσαν υποχρεωτικά ποδιά με κεντημένο τον αριθμό μητρώου τους και πάντοτε είχαν μαντηλάκι στο λαιμό. Η κυκλοφορία των μαθητών απαγορευόταν μετά τις 8 το βράδυ και των μαθητριών μετά τις 7! Υπήρχε μάλιστα, και παιδονόμος που επέβλεπε την τήρηση των παραπάνω. Αν σε έκανε τσακωτό, σε περίμενε πενθήμερη αποβολή!
Τα πάρτι
Μ’ ένα ποτήρι βερμούτ στο χέρι κι ένα ελαφρύ τσιγαράκι στα κλεφτά.… αδιαφορώντας για το αυστηρό βλέμμα της μαμάς οικοδέσποινας που επιτηρούσε αμείλικτα μην τυχόν και κάποιο ζευγάρι ανταλλάξει κανένα φιλί.
Όταν κουράζονταν από τον πολύ χορό, οι νέοι εκείνης της εποχής, το έριχναν στα παιχνίδια. Στρατηγική για να πλησιάσουν τα κορίτσια. Φλερτάρανε παίζοντας «μπουκάλα». Ένα ακόμη παιχνίδι φλέρτ ήταν αυτό με την χορτάρινη σκούπα που αγκάλιαζε αντί για ντάμα κάποιος, ενώ η υπόλοιπη παρέα χόρευε κανονικά. Με τη διακοπή της μουσικής, έδινε την σκούπα σε κάποιον και άρπαζε την ντάμα του για να χορέψει αυτός. Σε κάθε διακοπή του χορού γινόταν το ίδιο.
Ο Χορός
Η Δεκαετία του ’60 ήταν η εποχή που σαν μανιτάρια ξεπηδούσαν διάφοροι «μοντέρνοι» χοροί όπως το Τουίστ, το Χάλι Γκάλι , το Τσάρλεστον, η Μποσανόβα, , το Ροκ εν ρολ, το Σέικ και η Γιάνκα έδιναν κι έπαιρναν μεταξύ των τινέιτζερ της εποχής. Ωστόσο, το κυρίαρχο όλων, ήταν το Τουίστ. Το Τουίστ χαρακτήρισε τόσο την δεκαετία των ’60 που η χορευτική «τρέλα» της εποχής στη νεολαία, που ο ο Μάνος Χατζιδάκις, συνέθεσε το «Χόρευε Τουίστ» στην ταινία «Χτυποκάρδια στο Θρανίο» στα 1963.
Μουσική και δίσκοι
Την εποχή που μεσουρανούσαν οι Beatles, οι Rolling Stones, ο Elvis και με το British Invasion, χιλιάδες συγκροτήματα ξεπετάγονταν από κάθε ελληνική γειτονιά.Τα πρώτα ελληνικά «μοντέρνα» συγκροτήματα, εμφανίζονται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και ακολουθούν μουσικά γκρουπ σε άλλες μεγάλες ή και μικρότερες ελληνικές πόλεις (Πάτρα, Καβάλα, Ρόδος, Κομοτηνή, Κοζάνη, Λάρισα κ.ά.).
Ελληνικά συγκροτήματα όπως οι Idols, οι Olympians, οι Forminx, Juniors, οι Charms «αναταράσσουν» με το παιχτικό τους ύφος και τη μουσική τους τα λιμνάζοντα νερά της ελληνικής νεολαίας. Μια νεολαία που τους ακολουθεί πιστά, στα δισκάδικα, στα πάρτι και στα νάιτ κλαμπς της εποχής.
Την δεκαετία του ’60 ξεκινούν οι χορωδίες και οι ορχήστρες μας. Τρία συγκροτήματα μουσικής κάνουν την εμφάνιση τους στην πόλη. Η χορωδία Κοζάνης «ΕΛΙΜΕΙΑ» ιδρύεται το 1964 ως ανδρική εκκλησιαστική και στη συνέχεια έγινε μεικτή με μαέστρο τον αξέχαστο Μάκη Βαχτσεβάνο.
Οι δίσκοι ήταν πολύ λίγοι και ακριβοί στην Κοζάνη. Μόνο στα καταστήματα των Αφων Νικολαϊδη, των Ασημοπουλαίων και στο Μini studio, μπορούσες να βρεις δίσκους. Ακούγαμε όμως πολύ ραδιόφωνο και κυρίως αυτό των Ενόπλων Δυνάμεων.
Ποια τραγούδια να πρωτοθυμηθώ; Midnight Confessions – Grass Roots, Paint it Black – Rolling Stones, The House of the Rising Sun – Animals, Friday on my mind – Tremeloes, τα μπλουζ των Al Bano, Adamo, Sergio Entrigo και οπωσδήποτε τα Help, Norwegian Wood, Michelle, Let it be, Girl, Yesterday και τόσα άλλα των Beatles.
Από περιοδικά που αφορούσαν την μουσική κυκλοφόρησε το 1964, το μουσικό ευαγγέλιο, οι “Μοντέρνοι ρυθμοί”, με εκδότη τον Θανάση Τσόγκα και ψυχή του, τον Νίκο Μαστοράκη.
Διασκέδαση
Μετά τον Εμφύλιο, αφού καταφέραμε να ορθοποδήσουμε, αρχίσαμε να ενδιαφερόμαστε περισσότερο για την διασκέδασή μας. Στην πόλη λειτουργούσαν πολλά χορευτικά καλοκαιρινά κέντρα και ταβέρνες όπως το «Πανόραμα» του Χρήστου Πετρίδη, ο «Κήπος του Τερζή» του Χατζή, ο «Καραδήμος», το «Πηγαδούλ’», το «Σιώπατο» τ’Κουρουμπλιαϊ, το «Κλιούγκι», του Δαϊρούση, η «Καλλιθέα», ο «Σταθμός» του Κούσμα , το κέντρο του Κρανιώτη και άλλα πολλά. Τα τρία πρώτα διέθεταν αξιόλογες ορχήστρες και πέρασαν από αυτά όλες οι φίρμες της εποχής, Καζαντζίδης, Μαρινέλλα, Μπέμπα Μπλάνς, Δούκισσα, Μανόλης Χιώτης, Γαβαλάς! Τα υπόλοιπα λειτουργούσαν σαν ταβέρνες αλλά έβαζαν κάπου κάπου μουσική ή έπαιζαν με τζουκ-μποξ όπως ο «Σταθμός»!
Τα χειμερινά κέντρα ήταν το «Τζάκι» του Ζήση Γρίμπα, το «Ερμιόνιον» του Παύλου Γιαταγαντζίδη, το «Υπόγειο» των αδελφών Ταρτάρα και ο «Τρίκος».
Κατά τ’ άλλα, ταβέρνα, ρετσίνα, ρεμπέτικα, έγιναν μόδα με τη δεύτερη εκτέλεσή τους που φρόντισε γι’ αυτό ο Βασίλης Τσιτσάνης. Τραγουδούσαν οι πάντες ρεμπέτικα μέσα στις ταβέρνες. Εκείνη την εποχή είχαν τεράστιο μέγεθος ο Τσιτσάνης και ο Θεοδωράκης και στο ελαφρό τραγούδι, η Τζένη Βάνου, ο Γιάννης Βογιατζής και η Ζωίτσα Κουρούκλη. Μέσα στο ’65-’66, ο Ζαμπέτας ήταν πια ο κορμός της διασκέδασης μας.
Η μόδα της εποχής
Οι φούστες των γυναικών κονταίνουν και τα μαλλιά των αγοριών μακραίνουν. Το μίνι είναι το σύμβολο της δεκαετίας καθώς και τα παντελόνια, κολλητά ή κάπρι. Το μακιγιάζ γίνεται έντονο με μακριές ψεύτικες βλεφαρίδες και μάσκαρα, ενώ τα χείλη βάφονται με απαλά χρώματα. Τα μαλλιά μπούκλες ή χαμηλοί κότσοι με υπερβολικό όγκο στην κορυφή του κεφαλιού.
Oι άντρες σταματούν να φοράνε καπέλα και αυτό σηματοδοτεί το τέλος πολλών επιχειρήσεων πιλοποιίας. Στενά παντελόνια, μεσάτα σακάκια, καρό ή λουλουδάτα πουκάμισα και ζιβάγκο με γιακά, πουλόβερ με χοντρή πλέξη, γραβάτες φαρδιές με σχέδια και ρίγες είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά της ανδρικής μόδας της δεκαετίας.
Σινεμά και θέατρο
Η χρυσή εποχή για τη Φίνος Φιλμ όπου καθιερώθηκαν πολλοί αγαπημένοι ηθοποιοί, οι οποίοι ενσαρκώνουν ρόλους βγαλμένους μέσα από την ελληνική κοινωνία, η οποία αλλάζει, αστικοποιείται, δυτικοποιείται, εκσυγχρονίζεται, καταναλώνει, εγκαταλείπει τις αυλές και εγκαθίσταται στα διαμερίσματα, προσπαθεί να αμβλύνει (έστω κινηματογραφικά) τις αντιθέσεις μεταξύ του λαϊκού κόσμου και της «ανώτερης τάξης», επιδιώκει κοινωνική ανέλιξη και επαγγελματική καταξίωση, ευημερία και άνετη ζωή.
Το θέατρο γνώρισε επίσης άνθιση στη δεκαετία του 1960 και το θεατρόφιλο κοινό γεμίζει τις αίθουσες για να δει εξαιρετικές παραστάσεις.
Όσοι έχουν μνήμες από τη δεκαετία του 1960 σίγουρα θα θυμούνται ανήσυχα αλλά όμορφα χρόνια, με τον κόσμο γεμάτο εξωστρέφεια, αισιοδοξία και διάθεση να αντιμετωπίσει το τραύμα της μεταπολεμικής περιόδου, προσδοκώντας ένα καλύτερο αύριο. Για όσους βίωναν τότε την παιδική τους ηλικία, η δεκαετία αυτή είναι η πραγματική τους πατρίδα.