Αν θέλουμε σήμερα να μιλήσουμε για κάποια χαρακτηριστικά του Ποντιακού Ελληνισμού, που δημιουργήθηκε στην Αλησμόνητη Πατρίδα και εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν τον Ποντιακό Ελληνισμό ακόμα και σήμερα, αυτά δεν είναι άλλα από την έφεσή του για τα γράμματα, την περηφάνια του για την Πανάρχαιη Ελληνική καταγωγή του και την προσήλωσή του, στις παραδόσεις του όπως η χριστιανική του πίστη, η διάλεκτός του, η πλησιέστερη σήμερα στην Αρχαία Ιωνική, τα ήθη και έθιμά του αλλά και τα στοιχεία της ιδιαίτερης πολιτισμικής του δημιουργίας όπως η μουσική του με τα παραδοσιακά του όργανα, τα τραγούδια του που ύμνησαν την ανδρεία, την ζωή και τον έρωτα και την ίδια τη φύση και οι Πανάρχαιοι χοροί του.
Για την ελληνική του καταγωγή και την χριστιανική του πίστη έδωσε εκατόμβες θυμάτων στην λαίλαπα της Γενοκτονίας σε βάρος του από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς. Κι’ αυτό δεν το ξεχνά και παλεύει με κάθε μέσο για την Διεθνή αναγνώριση αυτής του της θυσίας. Κάνει προσπάθεια να διασώσει την διάλεκτό του, πολύτιμο στοιχείο του γλωσσικού μας πλούτου ως Έλληνες, όπως αναγνωρίζουν πλέον έγκριτοι γλωσσολόγοι, με τμήματα εκμάθησης της διαλέκτου και ενίσχυση της λογοτεχνικής της αποτύπωσης.
Κρατάει και σέβεται κι’ εκείνα τα χαρακτηριστικά που του ‘δώσαν και του δίνουν την ιδιαίτερη πολιτιστική του ταυτότητα και τον βοήθησαν να λειτουργεί ως κοινωνικό όν ισότιμα με τους άλλους συνέλληνες. Αυτά είναι η μουσική του, τα τραγούδια του και οι χοροί του.
Είναι πρόδηλο πως οι Ποντιακοί χοροί ευτύχησαν στις μέρες μας να αναγνωριστούν πράγματι ως στοιχείο της ιδιαίτερης ταυτότητας του Ποντιακού Πολιτισμού.
Κάθε χρόνο στο Σύνταγμα, στα πλαίσια απότισης φόρου τιμής στα 353000 θύματα της Ποντιακής Γενοκτονίας χορεύεται ο Πυρρίχιος Σέρρα-χορός. Από την Ίδρυση της Νέας Μονής της Παναγίας Σουμελά, της Παντάνασσας του Πόντου, στο όρος Βέρμιο, κάθε χρόνο στις 15 Αυγούστου, το Χριστιανικό καθήκον του Ποντιακού Ελληνισμού το ακολουθούν και χορευτικές εκδηλώσεις από συγκροτήματα Συλλόγων αλλά και του ίδιου του Λαού που πανηγυρίζει όπως γινόταν και στον Πόντο. Το παράδειγμα της Παναγίας Σουμελά το ακολούθησαν και οι άλλες Μονές όπως του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα, του Αγίου Ιωάννη του Βαζελώνα, της Παναγίας Γουμερά κ.ά.
Τι ιδιαίτερο όμως κουβαλάνε οι χοροί μας και έχουν γίνει πλέον ένα με την υπόστασή μας;
Η Ελληνική παρουσία στον Πόντο χάνεται στην αχλή του μύθου με τον Φρίξο και την Έλλη, τον Ιάσωνα και την Αργοναυτική Εκστρατεία, αλλά και πριν απ’ αυτούς με τους Πρωτοέλληνες Κάρες, Μινύες, Παφλαγώνες και Λέλεγες, από την 6η π.Χ χιλιετία. Αργότερα την περίοδο του Μεγάλου Αποικισμού 8ος-6ος αιώνας π.Χ, ο Πόντος γίνεται ο αγαπημένος προορισμός των Ιώνων της Δυτικής Μικρασιατικής ακτής, κυρίως της Μιλήτου αλλά και της Μητροπολιτικής Ελλάδας.
Σ’ αυτόν τον χώρο έζησαν χιλιάδες χρόνια οι Έλληνες αναπτύσσοντας έναν πολιτισμό με τα ίδια κοινά χαρακτηριστικά του όπου γης Ελληνικού πολιτισμού, καλλιεργώντας τις επιστήμες, την φιλοσοφία και τις τέχνες. Στην Αρχαία Ελλάδα όπου για πρώτη φορά οι κοινωνίες δημιούργησαν νόμους και υπέταξαν τα πάντα σ’ αυτούς, ακόμα και την θρησκευτικότητα των πολιτών, οι Μύστες πρώτοι απ’ όλους νομοθέτησαν την όρχηση.
Πολύ νωρίς με την ανάπτυξη του πολιτισμικού εκείνου μεγαλείου της Αρχαιότητας και την απελευθέρωση του ανθρώπινου πνεύματος, παράλληλα με την φιλοσοφία, τον στοχασμό και τις επιστήμες έχουμε όπως είναι γνωστό και την ανάπτυξη των Καλών Τεχνών. Μία λοιπόν από τις έξι καλές τέχνες ήταν και η όρχηση. Αρχιτεκτονική, Γλυπτική, Ζωγραφική, Μουσική, Ποίηση, Όρχηση.
Κατά τον Αριστοτέλη η εν Κόσμω αρμονία του Σύμπαντος προϋποθέτει την Κοσμονομίαν, την οποία η Υπέρτατη Δύναμη, ο Θεός, έθεσε στον Κόσμο κατά την πρώτη και αρχέγονο κίνησή του.
Ο Πλάτων, πραγματευόμενος την θέσπιση των νόμων και κανόνων για την ανάπτυξη της Ιδεατής του Πολιτείας, ασχολείται με την όρχηση, θεωρώντας την όχι μόνο άριστο και απαραίτητο εκπαιδευτικό μέσο, αλλά και εκπαιδευτικό στόχο για τους νέους, τις γυναίκες και τους πολίτες γενικότερα.
Η όρχηση στην Αρχαιότητα είχε φτάσει σε “ύψιστη τελειότητα” λέει ο Λουκιανός στο “Περί Ορχήσεως” σύγγραμμά του τον 2ο μ.Χ αιώνα για να προσθέσει: “ Η όρχησις αφύεται τας υποθέσεις της όλας εκ της Αρχαίας Ιστορίας και πρέπει να την έχει, ο χορευτής πρόχειρον-την Ιστορία- εις την μνήμη του και μετά χάριτος να αναπαριστά τας ιστορικάς υποθέσεις”. Μας λέει δηλαδή ότι στην εποχή του δεν έχουμε να κάνουμε με απλό λαϊκό χορό αλλά η όρχηση έχει μετεξελιχθεί σε χορόδραμα κάτι που θα δούμε μετά από 16 ολόκληρους αιώνες με το πρωτοεμφανιζόμενο στην Ευρώπη μπαλέτο. Στο ίδιο έργο ο Λουκιανός αναφέρεται ξεχωριστά στην Ιωνία και στον Πόντο, όπου έχει μεταφερθεί το πολιτισμικό βάρος της Ελληνικής έκφρασης μετά την Ρωμαϊκή κατάκτηση της Ελληνικής χερσονήσου, τονίζοντας πως εκεί, στην Ιωνία και στον Πόντο δηλαδή, συμμετέχουν οι Άρχοντες και οι πρώτοι σε κάθε Πολιτεία στις χορευτικές γιορτές και παραστάσεις.
Ο “Χορευτικός αυτός Πολιτισμός, δεν ήταν δυνατόν να σβήσει και να ξεριζωθεί τόσο εύκολα. Είχε γίνει τρόπος ζωής, έκφρασης συναισθημάτων, ιδεών και επιθυμιών. Είχε πάψει προ πολλού να είναι θρησκευτικός. Διαπερνούσε οριζόντια τις θρησκευτικές δοξασίες. Έτσι επέζησε των απαγορεύσεων της Χριστιανικής Εκκλησίας όταν επικράτησε τον 4ο αιώνα, μέχρι που έγινε αποδεκτός από την ορθόδοξη παράδοση και με την ίδια δύναμη συνέχισε να υπάρχει όταν ένα μέρος του πληθυσμού εξισλαμίσθηκε. Έναν τέτοιο Πολιτισμό λοιπόν υπηρετούμε και ας μας συγχωρέσουν μερικοί εκτός αλλά και εντός των τειχών που επιμένουμε στην διατήρησή του. Έχει ρίζες πανάρχαιες και δεν θέλουμε να χαθούνε.
*Ο Μιχάλης Καραβέλας είναι Διπ.Γεωπόνος του Α.Π.Θ
Πρώην Γεν. Διευθυντής της Ομοσπονδίας Γεωργικών Συν/μών Θεσ/νίκης
Πρώην Καθηγητής του Α.ΤΕ.Ι Θεσσαλονίκης ,
Μέλος του Δ.Σ της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης και
Μέλος της Επιτροπής Πολιτισμού Της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδας