Φωτογραφίες Πάνος Κεφαλάς
Όσα χρόνια και εάν πέρασαν, Τουρκοκρατία, πόλεμοι, απελευθέρωση, δικτατορία κλπ, όσο και εάν άλλαξε η αρχιτεκτονική, οι συνήθειες, ο τρόπος ζωής της Κοζάνης, ένα στοιχείο παρέμεινε σταθερό.. οι Φανοί της Κοζανίτικης Αποκριάς!
O Φανός, ένα έθιμο με λατρευτικό χαρακτήρα ανάβει την Κυριακή της Μεγάλης Αποκριάς στις γειτονιές της πόλης. Πάνω στον ειδικό βωμό, σταθερή εστία της φωτιάς, όσοι συμμετέχουν γλεντούν απρόσκοπτα ξεχνώντας τα προβλήματα και τις ανησυχίες τους. Στον ρυθμό της αποκριάς όλη η πόλη «φλέγεται».
Ο κύκλος γύρο από την φωτιά οριοθετεί τον κύκλο του γλεντιού όπου κυριαρχούν το κρασί και τα κεράσματα. Ο πρωτοτραγουδιστής πάντα στην κεφαλή στίχο στίχο δίνει το σύνθημα και οι ακόλουθοι το επαναλαμβάνουν, πότε με τις φωνές τους, πότε με το χτύπημα των χεριών τους.
Ο συμβολισμός αποκαλύπτει και την μοναδικότητά του. Η ένωση της φωτιάς με τα σκωπτικά τραγούδια, το κρασί και την τροφή καταρρίπτουν προς στιγμήν τα πρέπει και τα όρια, φέρνοντας την ανατροπή στην καθώς πρέπει καθημερινότητα.
Και οι αρχαίοι Έλληνες γιόρταζαν την έλευση της άνοιξης με ανάλογο τρόπο. Οι αποκριές και ο Φανός αποτελούν κατά κάποιον τρόπο την συνέχειά τους. Σε αυτό συμφωνούν ενδελεχείς μελέτες λαογράφων. Συγκεκριμένα, ο Νάσης Αλευράς συνδέει τον Φανό με τον Πυρρίχιο, αρχαίο πολεμικό χορό, αιτιολογώντας την σύνδεση αυτήν στον κοινό βηματισμό τους (2/4). Συγχρόνως, ο Λεωνίδας Παπασιώπης εντοπίζει το γλέντι, το κρασί και τον φαλλικό τους χαρακτήρα ως κοινά στοιχεία του Φανού με τις Χοές, γιορτές προς τιμήν του αρχαίου Διόνυσου.
Στο πέρασμα του χρόνου, το έθιμο διαφοροποιήθηκε αντικατοπτρίζοντας τις αλλαγές στις εκάστοτε συνθήκες.
Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ανταποκρίθηκε στην ανάγκη των υπόδουλων για διασκέδαση αλλά και για τόνωση της εθνικής συνείδησης με την ανοχή ή την άγνοια των κατακτητών. Όμως, έπαιξε και τον ρόλο που του αναλογούσε και στην Επανάσταση του ’21 και τον Μακεδονικό Αγώνα. Ο Ν. Αλευράς μας πληροφορεί για τον αντιστασιακό τους ρόλο καθώς έγιναν σημεία συνάντησης και συνεννόησης των επαναστατών και διακίνησης των όπλων (Τσικριτζή-Μόμτσιου, 2000).
Μετά την απελευθέρωση, όταν η ζωή ξαναβρίσκει τους κανονικούς της ρυθμούς, οι Φανοί γίνονται και πάλι σημεία αναφοράς και στοιχεία συνοχής της γειτονιάς.
Όλοι συμμετείχαν στην προετοιμασία είτε καταθέτοντας τον οβολό τους στο κοινό ταμείο «τσινί», είτε ετοιμάζοντας τον «νουντά» και τα κεράσματα για τους καλεσμένους.
Σήμερα, η αρμοδιότητα της διοργάνωσης πέρασε στα χέρια του Δήμου. Η ουσιαστική όμως υλοποίησή της βρίσκεται στα χέρια της γειτονιάς. Σε μια εποχή που οι σχέσεις έχουν αποπροσωποποιηθεί, ο Φανός της γειτονιάς εξακολουθεί να έχει τον πρωταρχικό ρόλο στην συνείδηση των Κοζανιτών που τον μεταδίδουν σε όλους τους κατοίκους της πόλης
Αμέσως μετά τα Χριστούγεννα ξεκινάει η προετοιμασία. Άντρες, γυναίκες και νέοι σχεδιάζουν και ετοιμάζονται για το αποκορύφωμα της γιορτής στην περίοδο της αποκριάς. Στην αρχή παίρνουν τη θέση τους τα «κεραστάρια», ξύλινα σπιτάκια που προορίζονται να φιλοξενήσουν τα «όργανα», τα κιχιά και το κρασί.
Εκεί κοντά στήνεται και ο «νουντάς», το παραδοσιακό δωμάτιο στολισμένο με τα χειροποίητα έργα λαϊκής τέχνης, που βρίσκονται σε κάθε σπίτι και που περήφανα εκθέτουν οι ιδιοκτήτριες.
Στον «νουντά» κερνιούνται οι «επίσημοι» και η «επιτροπή» που περνάν και αξιολογούν τον κάθε Φανό. Μία τέτοια στιγμή αγωνίας για το αποτέλεσμα, οδήγησε στο στήσιμο του πρώτου «νουντά» στην ιστορία των Φανών την δεκαετια του 1950. Όπως αναφέρει στο βιβλίο της η Ματίνα Τσικριτζή-Μόμτσιου , σύμφωνα με τα λόγια του αείμνηστου Προκόπη Διδίλη, προέδρου του συλλόγου Αριστοτέλη, ο «νουντάς της Τιάτιους» που στήθηκε, ήταν μια ιδέα του Μήκα τ’ Κάψα, που υλοποιήθηκε με την βοήθεια του Γ. Δούρβα και την ενθουσιώδη προσφορά ολόκληρης της γειτονιάς.
Την Κυριακή της Μεγάλης Αποκριάς μετά την παρέλαση των αρμάτων, το πατροπαράδοτο κέρασμα του μπακλαβά και την συγχώρεση που λαμβάνει χώρα ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας έρχεται η ώρα να ανάψει επιτέλους ο Φανός.
Στις 6 το απόγευμα ο Δήμαρχος και οι «επίσημοι» δίνουν το σύνθημα ανάβοντας τον κεντρικό Φανό, δηλ. τον Φανό στην Κεντρική Πλατεία. Μετά από δύο ώρες σε κάθε γειτονιά μεγαλοπρεπώς ανάβει ο Φανός και ο πρωτοτραγουδιστής καλεί σε γλέντι με το τραγούδι «Ιβγάτι αγόρια μ’ στου χουρό κουράσια στου σιργιάνι» .
Το γλέντι συνεχίζεται με τραγούδια στο γλωσσικό ιδίωμα της περιοχής. Τα τραγούδια που ακούγονται χωρίζονται στις εξής κατηγορίες: της αγάπης, τα παλικαρίσια και τα νοικοκυρίσια ή ξενέντροπα, με έντονο φαλλικό χαρακτήρα. Εδώ πρέπει να σημειωθεί η ύπαρξη του έντονου χιουμοριστικού στοιχείου το οποίο βοηθά στην αποφυγή των παρεξηγήσεων.
Ενδιάμεσα η ορχήστρα παίζει παραδοσιακά τραγούδια, ώστε να δίνει την ευκαιρία στους τραγουδιστές να ξεκουράζονται.
Στο τέλος επισκέπτες και οικοδεσπότες γλεντούν όλοι μαζί, χωρίς η ηλικία και το φύλο να γίνονται εμπόδιο. Στο έθιμο του Φανού σήμερα συμμετέχουν άντρες, γυναίκες και παιδιά που αναλαμβάνουν την συνέχισή του όπως ακριβώς έκαναν και οι παλιότεροι.
Γενικά, τα έθιμα αποσκοπούν στο να ψυχαγωγούν αλλά ταυτόχρονα να ενσωματώνουν τα άτομα στις κοινωνικές διαδικασίες. Ταυτόχρονα όμως αποτελούν λατρευτικές εκδηλώσεις και κοινωνικές τελετουργίες.
Από την άλλη πλευρά όμως, οι Φανοί ως έθιμα της Αγροτικής ζωής αποσκοπούσαν στο να εξευμενίσουν την φύση, ώστε να δώσει καλή σοδιά και υγεία. Σήμερα, σε μια εποχή που απομακρύνονται οι άνθρωποι και οι σχέσεις αποπροσωποποιούνται, η διατήρηση των εθίμων είναι απαραίτητη ώστε να υπάρχουν η πολυπόθητη συνοχή και η διατήρηση της ταυτότητας.
Τι πρόκειται όμως να συμβεί στην περιοχή της Κοζάνης τα επόμενα χρόνια, όπου η μεταλιγνιτική εποχή πλησιάζει απειλητικά και ελλοχεύει τόσο οικονομικούς όσο και κοινωνικούς κινδύνους; Οι παραδόσεις, οι σχέσεις των ανθρώπων και η βιωσιμότητα της πόλης θα επηρεαστούν.
Η λύση προέρχεται από την κατάλληλη πολιτική στον τομέα του πολιτισμού, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει την προστασία και την ενίσχυση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Στις μέρες μας οι χώροι παραγωγής πολιτισμού επιφέρουν ανάπτυξη στην κοινωνία.
Αποτελεί λοιπόν απάντηση, η σωστή πολιτιστική διαχείριση για την αειφορία της περιοχής.