ο άνθρωπος που θα γίνει ο άνθρωπος σου, δυο πράματα να κάνει, να σε θαυμάζει και να σε χαίρεται.
Μήτε μόνο να σε θαυμάζει, μήτε μόνο να σε χαίρεται, και τα δύο μαζί, μ’ ακους;
Τότες μόνο θα είναι ο άνθρωπος σου.
Αν σ’ έχει μόνο θαυμασμό, θα θέλει να σ’ έχει μόνο για τον εαυτό του, θα θέλει να σε σφαλίσει μέσα, να παίρνει αυτός όλο σου το φως.
Και συ παιδί μου, κλεισμένο θα πάψεις να λάμπεις, θα χάσεις τον εαυτό σου, θα πάψεις να είσαι εσύ.
Θα σταματήσεις να σε θαυμάζεις επειδή πρόδωσες τον εαυτό σου.
Αν πάλι μόνο σε χαίρεται, και αυτό καλό δεν είναι.
Η χαρά πρόσκαιρη, όπως πράττουν τα παιδιά κρατώντας καινούρια παιχνίδια στα χέρια τους, ενθουσιάζονται, ασχολούνται κάποιες ώρες και μετά τα παρατούν για άλλα νέα.
Θα ψάξει για άλλον άνθρωπο κι η χαρά θα φύγει απ’ τα μάτια σου.
Εσύ έχεις χαρούμενα μάτια, η θλίψη δε σου ταιριάζει.
Για σένα ξέρω, ξέρω ότι αυτόν που θα βρεις, σίγουρα θα τον θαυμάζεις και θα τον χαίρεσαι. Είσαι ολοκληρωμένο παιδί.
Σε ξέρω.
Γι’ αυτό σου λέω αν αυτά τα δύο κάνει, θα είναι κι αυτός ολοκληρωμένος.
Τι κι αν είστε διαφορετικοί, τι κι αν αυτός τη νύχτα βλέπει μόνο το φεγγάρι και συ μετράς τ’ άστρα;
Είστε ολόκληροι κι οι δυο.
Τα δυο μισά, μισά μένουν.
Δε γεμίζουν ποτέ, πάντα θα τους λείπει κάτι και θα καρτερούν κάποιο μισό να τους ικανοποιήσει. Ανικανοποίητο θα μένει κι αυτό γιατί το μισό θα ψάχνει.
Και τα μισά, μισά παραμένουν.