της Κορίνας Χατζηπαναγιωτίδου
«Καλημέρα» και «συγνώμη». Δύο λέξεις, των οποίων η χρήση, σύμφωνα με τον αμερικανό κοινωνιολόγο των πολιτιστικών θεωριών, Ε.Γκόφμαν, αντικατοπτρίζει την εικόνα και την λειτουργία μιας κοινωνίας. Εμείς σήμερα, πόσο συχνά τις χρησιμοποιούμε; Πόσο ευγενικά συμπεριφερόμαστε στην καθημερινότητά μας, στις παρέες μας, στις απλές και στις σύνθετες συναναστροφές;
Η χρήση κάποιων λέξεων όπως «καλημέρα», «συγγνώμη», «ορίστε», «παρακαλώ», «ευχαριστώ», καθώς και η χρήση του πληθυντικού αριθμού δεν εξασφαλίζουν από μόνες τους την ομαλή συμβίωση, ούτε επαρκούν για να εξαλείψουν τη βία ή τις βίαιες συμπεριφορές, οι οποίες εκδηλώνονται κάλλιστα και σε συνθήκες απόλυτης ευγένειας. Οι κάτοικοι των μεγάλων αστικών κέντρων συνηθίζουν όλο και περισσότερο να ζουν σε συνθήκες αγένειας.
Όσον αφορά την ελληνική κοινωνία, η έλλειψη ευγένειας πηγάζει από πολλές αιτίες. Βασικό ρόλο διαδραματίζουν οι κοινωνικές συνθήκες. Η ανασφάλεια λόγω ανεργίας, κοινωνικών αλλαγών, αύξηση φόρων, απολύσεων, αβεβαιότητας για το μέλλον κ.ά., επηρεάζουν την κοινωνική συμπεριφορά.
Οι πολίτες αντιμετωπίζουν προβλήματα τα οποία είναι αποτέλεσμα των παραπάνω συνθηκών και υιοθετούν εύκολα συγκρουσιακές συμπεριφορές στην καθημερινότητάς τους. Για παράδειγμα, δημιουργούνται εντάσεις για μία θέση στο λεωφορείο, σε συνηθισμένες συναλλαγές στις τράπεζες κλπ.
Για την δυσάρεστη αυτή κατάσταση, μεγάλη είναι η ευθύνη των Μ.Μ.Ε. Καθημερινά στην πλειοψηφία των τηλεοπτικών εκπομπών κυριαρχούν συμπεριφορές υβριστικές με χυδαιότητα, και από άτομα που ασκούν εξουσία. Αντί να παρέχουν ουσιαστική ενημέρωση και ψυχαγωγία, γεννούν φανατισμούς και ανταγωνισμούς. Παιχνίδια όπως το «Survivor» κ.ά. προάγουν έναν αθέμιτο πολλές φορές ανταγωνισμό αψηφώντας τον συνάνθρωπο. Από την άλλη πλευρά ο τηλεθεατής ως παθητικός δέκτης τα δέχεται όλα αυτά χωρίς κριτική σκέψη. Δημιουργείται ένα αποχαυνωμένο κοινό, το οποίο ενστερνίζεται τον παραπάνω τρόπο επικοινωνίας. Όλα αυτά συμβάλουν στην αναπαραγωγή τέτοιων συμπεριφορών στις κοινωνικές συναναστροφές.
Αντίθετα, οι λέξεις «ευγενικός» και «καλόβουλος» ταυτίζονται με τον αδύναμο, το κορόιδο, τον άνθρωπο που μπορεί κάποιος εύκολα να χειριστεί. Αρχικά, η ελληνική οικογένεια, όσον αφορά την ευγένεια, περνάει στα παιδιά της αντιφατικά μηνύματα. Οι διδαχές των γονέων για καλή συμπεριφορά, αντικρούονται με την αγένεια στην οποία καθημερινά τα εκθέτουν. Συχνό παράδειγμα αποτελεί η αγενής οδηγική συμπεριφορά των ενηλίκων.
Ο άλλος βασικός φορέας κοινωνικοποίησης, το σχολείο, ενώ διατείνεται πως διδάσκει την συνύπαρξη και συνεργασία μεταξύ των μαθητών, ουσιαστικά προάγει τον ανταγωνισμό. Η κατηγοριοποίηση των μαθητών σε «καλούς» και «κακούς» επιφέρει εντάσεις και αντιζηλίες ανάμεσα στα παιδιά και αναπόφευκτα αγενή συμπεριφορά.
Συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι η εμφάνιση των «νταήδων» δηλαδή παιδιών με αγενείς έως βίαιες συμπεριφορές, που επιβάλλονται σε ήσυχα και ευγενικά «θύματα».
Φαίνεται πως αυτό που λείπει από τις σχέσεις είναι η ενσυναίσθηση και η αποδοχή. Ενσυναίσθηση είναι η ικανότητα να μπαίνει κάποιος στην θέση του άλλου και να τον κατανοεί. Αποδοχή σημαίνει να δέχεσαι τον συνάνθρωπο έτσι όπως είναι. Όταν θα επικρατήσουν οι δύο παραπάνω όροι, οι συνθήκες συμβίωσης, θα είναι καλύτερες.
Αυτό που συμπεραίνεται είναι ότι οι παραπάνω σημαντικοί φορείς (οικογένεια, σχολείο, ΜΜΕ) θα πρέπει να ανταποκριθούν πλήρως στις απαιτήσεις του ρόλου τους σύμφωνα με τις παρούσες συνθήκες. Δηλαδή, η οικογένεια να διδάσκει την ευγένεια με το παράδειγμά της, το σχολείο να προάγει την συνεργασία και την ισότητα και τέλος τα ΜΜΕ, να ενημερώνουν προβάλλοντας ανθρώπους πρότυπα. Επιπλέον, ο καθένας έχει ατομική ευθύνη για τον τρόπο που συμπεριφέρεται στους άλλους. Αν δηλαδή προβάλλει τα καθημερινά προβλήματά του ως δικαιολογία για αγενή συμπεριφορά.
Τελικά, ας σκεφτούμε : πόσο διαφορετική θα είναι η ζωή μας, αν συμπεριφερθούμε με σεβασμό και ευγένεια σε όλους τους ανθρώπους, ξεκινώντας με μία χαμογελαστή καλημέρα την ημέρα μας; Είμαι σίγουρη πως θα την ανταποδώσουν!