Eρμιόνη Ευστρατιάδου
Το Κορίτσι, η πρώτη δουλειά του 27χρονου Lukas Dhont, η οποία προβλήθηκε στην τελετή λήξης του 59ου ΦΚΘ, είναι ένα φιλμ που έχει πολλά να πει. Αυτό δεν το λέει μόνο το κοινό της που είχε την ευκαιρία να βρεθεί στο Ολύμπιον. Η ταινία συγκέντρωσε 4 βραβεία στις περασμένες Κάννες: το βραβείο κριτικών κινηματογράφου FIPRESCI, το βραβείο Χρυσή Κάμερα που δίνεται στην πρώτη ταινία ενός πρωτοεμφανιζόμενου δημιουργού, το Queer Palm, βραβείο που αφιερώνεται στον queer κινηματογράφο και, τέλος, το βραβείο καλύτερου ηθοποιού της ενότητας «Ένα κάποιο βλέμμα», στον πρωταγωνιστή Victor Polster.
Όχι κι άσχημα! Δεν είναι όμως μόνο το γόητρο των βραβείων αυτό που κάνει την συγκεκριμένη ταινία ένα από τα φετινά «must see».
Η 15χρονη Lara είναι μια έφηβη αποφασισμένη να γίνει επαγγελματίας μπαλαρίνα. Η ζωή της είναι αφιερωμένη στο να κάνει το σώμα της να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις το κλασσικού χορού αλλά και να το κάνει να αλλάξει, καθώς έχει γεννηθεί αγόρι. Με την πλήρη υποστήριξη του πατέρα της, ρίχνεται στην απόλυτη μάχη για να γίνει αυτή που ονειρεύεται, να ανακαλύψει τον εαυτό της, το ταλέντο και την σεξουαλικότητά της. Η ανυπομονησία και ο εκνευρισμός της μεγαλώνουν με την αργή πρόοδο που έχει και στους δυο τομείς που αφορούν το σώμα της (ορμονικά και καλλιτεχνικά). Αποτέλεσμα αυτής της αγανάκτησης είναι να πάρει τη μοίρα στα δικά της χέρια, ακόμα κι αν κάτι τέτοιο βάζει σε κίνδυνο την ζωή και το μέλλον της.
Η ταινία σχολιάζει το επίπονο ταξίδι της αυτογνωσίας και ακολουθεί με σεβασμό το χάος που προκαλεί η αναζήτηση του εαυτού μας. Ο Dhont φωτίζει λεπτομερώς τη διαδικασία αλλαγής φύλου που συνεπάγεται τακτικές ενέσεις ορμονών, χορήγηση χαπιών και στενή ψυχιατρική παρακολούθηση. Μέσα σε όλη αυτή τη διαδικασία, η Lara φαίνεται να είναι τυχερή: υποστηρίζεται από οικογένεια και ιατρικό προσωπικό, έχει ανθρώπους γύρω της που πιστεύουν σε εκείνη, παίρνει πολύ αγάπη και κατανόηση. Όλα πηγαίνουν καλά. Φάρος υποστήριξης αποτελεί ο πατέρας της Lara: πλήρως ενημερωμένος γύρω από το πολύπλοκο θέμα της μετάβασής της, τέρας υπομονής και πρότυπο υποστηρικτικού κηδεμόνα, πάντα εκεί για να της πει αυτό που θέλει (ή πρέπει) να ακούσει.
Ο Dhont γίνεται ιδιαίτερα εφευρετικός όταν θέλει να αναπαραστήσει την αγωνία και την ανυπομονησία της Lara για το σώμα της. Στο μεγαλύτερο μέρος της ταινία, η πρωταγωνίστρια στροβιλίζεται ανάμεσα σε πολύωρες σκληρές πρόβες μπαλέτου και μοναχικές στιγμές μπροστά στον καθρέφτη της καθώς περιεργάζεται με σχολαστικότητα τις αλλαγές που αργούν να έρθουν. Όσο το κορμί της κουράζεται από την υπερπροσπάθεια, τόσο η υπομονή της εξαντλείται. Όπως κάθε παιδί στην εφηβεία, θέλει τα πάντα να γίνουν όπως αυτή ονειρεύεται, εκνευρίζεται όταν πρέπει να συμβιβαστεί με κάτι λιγότερο και ξεσπά σε εκείνους που την αγαπούν πιο πολύ.
Η σκηνοθετική ματιά του Dhont είναι αναμφίβολα εξαιρετική, όμως η ταινία δεν θα ήταν η ίδια χωρίς τον πρωταγωνιστή της. Ήδη από τα πρώτα πλάνα και καθώς παρακολουθούσα την ταινία, αναρωτιόμουν αν ήταν δύσκολο να βρει έναν ηθοποιό, ανεξαρτήτως φύλου, που να μοιάζει φυσιογνωμικά στη φιγούρα της Lara, να έχει γνώσεις χορού και να είναι (ή να φαίνεται) 15. Ο Βέλγος σκηνοθέτης δήλωσε ότι πέρασαν 500 άνθρωποι από το casting μέχρι να συναντήσει τον χορευτή Victor Polster και να του χαρίσει τον ρόλο.
Ο Polster ερμηνεύει εξαιρετικά έναν δύσκολο χαρακτήρα. Η Lara, με το αγγελικό πρόσωπο και το μυώδες κορμί, είναι ένας δυνατός χαρακτήρας, τελειομανής στα πάντα, με μια μοναδική ικανότητα να ανέχεται τον πόνο όταν αυτό απαιτείται για να φτάσει στον στόχο της. Ως θεατής, στέκεσαι δίπλα της, νιώθεις τον εκνευρισμό της και «συμπάσχεις». Ο Dhont δεν σκηνοθετεί μόνο τους ηθοποιούς του αλλά και εσένα, δίνοντας σου σκηνές τρυφερότητας και πόνου. Ζεις μαζί με την οικογένεια της Lara και θες όλα να εξελιχθούν καλά. Τουλάχιστον στα 2/3 της ταινίας.
Προς το τέλος, ο ψυχισμός της Lara αρχίζει να καταρρέει. Όσο η ταινία προχωρά προς το τέλος, αποστασιοποιείσαι, γίνεται δύσκολο να την καταλάβεις, να ταυτιστείς συναισθηματικά. Εκνευρίζεσαι και σκέφτεσαι «αφού τα έχεις όλα, γιατί κάνεις έτσι – άλλοι άνθρωποι θα έδιναν τα πάντα για να έχουν αυτό που έχεις εσύ». Σε αυτό το σημείο ο πατέρας της ξεσπά, λέγοντας της: «δε μου μιλάς ποτέ!». Εγκλωβισμένη σε ένα συναισθηματικό ναδίρ, η Lara χάνει τον εαυτό της. Η σκηνοθετική ματιά είναι εκεί για να σου υπενθυμίσει ότι εδώ δεν υπάρχει η τελειότητα του Hollywood: οι χαρακτήρες είναι άνθρωποι με αδυναμίες και κάνουν λάθη όταν είναι απεγνωσμένοι.
Το Girl είναι μια ταινία ανθρώπινη, τρυφερή, χωρίς κλισέ, χωρίς να φοβάται να γίνει σκληρή όταν πρέπει. Δεν είναι μια ακόμη ταινία για την αποδοχή από την οικογένεια. Ελάχιστα ασχολείται με την αποδοχή του τρανς ατόμου από το περιβάλλον του (με μοναδικό παράδειγμα την σκηνή του sleepover). Για την Lara, οι εξωτερικοί παράγοντες είναι ιδανικοί – το πρόβλημα έρχεται από μέσα της. Η ταινία πραγματεύεται σχεδόν αποκλειστικά την ανυπομονησία του να μεγαλώνεις και την αγωνία πίσω από το «όταν μεγαλώσω θα γίνω…». Όσον αφορά την οικογένεια της, αυτή παρουσιάζεται όπως ακριβώς θα έπρεπε είναι όλες οι οικογένειες στην πραγματικότητα: ενημερωμένες και υποστηρικτικές.
Το Κορίτσι είναι επίσης η υποψηφιότητα του Βελγίου για το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Έχοντας να συναγωνιστεί μεγάλα ονόματα όπως το Cold War (Pawel Pawlikofski, Πολωνία) το Shoplifters (Hirokazu Koreeda, Ιαπωνία), το Roma (Alfonso Cuaron, Μεξικό) και το Dogman (Matteo Garrone, Ιταλία), ο δρόμος προς το χρυσό αγαλματίδιο θα είναι δύσκολος. Αυτή τη στιγμή, ταξιδεύει στις κινηματογραφικές αίθουσες του κόσμου αναζητώντας το κοινό της.
Αν δεν την είδατε, να τη δείτε. Αφήστε τη να σας συγκινήσει!