Τέλη Νοεμβρίου ήταν περίπου, όταν το facebook μου έβγαλε μια διαφήμιση στην αρχική μου σελίδα με μερικές προτάσεις για βραδινές εμφανίσεις. Πρώτο πρώτο ήταν ένα πράσινο φόρεμα. Βελούδινο, ζιβάγκο, μίντι σε γραμμή στενή με ένα σκίσιμο στο πλάι α λά Γωγώ Σαπουντζάκη.
Μόλις το είδα, είπα θα το παραγγείλω. Δεν έψαξα για κάτι άλλο. Μου άρεσε, θα μου πήγαινε. Φέτος ήθελα να βγω και να διασκεδάσω. Τα προηγούμενα χρόνια τις γιορτές τις είχα περάσει στο σπίτι με τον φόβο του κορονοϊού.
Αμ, δε! Έλα που με έπιασε μια ίωση χειρότερη από τον κορονοϊό… Για πάνω από δέκα μέρες έβηχα και φυσούσα τη μύτη μου ασταμάτητα. Οπότε τα Χριστούγεννα κάηκαν. Έμεινα στο κρεβάτι με μαλλί κομμωτηρίου. Ίσα που κατάφερα να συρθώ μέχρι την κουζίνα και να φτιάξω ένα κέικ καρότου και να παρευρεθώ σχεδόν αξιοπρεπώς στο οικογενειακό τραπέζι.
Παραμονή Πρωτοχρονιάς αισθανόμουν καλύτερα. Βάφτηκα, ντύθηκα και έβαλα επιτέλους το πράσινο φόρεμα! Μου ερχόταν ίσα ίσα. Καθρεφτίστηκα και υποσχέθηκα πως τη νέα χρονιά θα τρώω λιγότερο. Ύστερα, φόρεσα κι ένα ζευγάρι σκουλαρίκια με πράσινα μεγάλα τριαντάφυλλα, σιχτίρισα τις ψηλές μου γόβες, έβγαλα το παλτό από την κρεμάστρα, πήρα το μικρό τσαντάκι κι έφυγα.
Η πλατεία εκείνη την ώρα ήταν άδεια. Μέχρι να φτάσω στο μαγαζί, που είχαμε δώσει ραντεβού με τη φίλη μου δεν συνάντησα ψυχή. Όταν μπήκα στο εστιατόριο ήταν ήδη γεμάτο από κόσμο. Χαιρέτισα και εντελώς χαλαρά ξεκούμπωσα τα κουμπιά όλα ένα ένα και κατέβασα το παλτό από τους ώμους.
Δυστυχώς μου συνέβη κάτι εντελώς ντροπιαστικό. Το φόρεμα καθότι ήταν βελούδινο είχε δημιουργήσει μια υπέροχη τριβή με το καλτσόν. Είχε ανέβει σχεδόν μέχρι την κοιλιά μου κι εγώ η αναίσθητη δεν είχα καταλάβει τίποτε. Φάτσα φόρα μπροστά μου ήταν άνθρωποι που έμπηγαν τα πιρούνια στις σαλάτες και τα κρέατα. Και δεν μου έφταναν όλοι αυτοί ήταν κι η ορχήστρα, που ετοιμαζόταν για το πρόγραμμα. Δεν μπορώ να πω… Είχα θέα, είχαν περίοπτη θέα.
Ένα ιιιι ξέφυγε από το στόμα μου και κατέβασα το φόρεμα. Το χειρότερο νομίζω απ΄ όλα ήταν το κόκκινο εσώρουχό μου, που το είχα διαλέξει επίτηδες για να μου φέρει γούρι. Μαζί του έγινα κόκκινη κι εγώ. Όμως, για λίγο για πολύ λίγο, αφού στο νου μου ήρθε αυτό.
Κάποτε συζητούσα με μια γνωστή μου, που τυχαίνει να είναι ψυχολόγος, και της είχα πει πως δεν ντρέπομαι και ιδιαίτερα να με δει κάποιος με το εσώρουχο, γιατί είναι σαν να με βλέπει με το μαγιό. Εκείνη θυμάμαι, με είχε διορθώσει και μου είχε πει πως τα εσώρουχα είναι κάτι προσωπικό και δεν τα βλέπουν όλοι, τα μαγιό όμως όχι.
Τελοσπάντων, ό,τι έγινε έγινε. Κι αν τελικά, συμφωνήσω ότι το εσώρουχο είναι κάτι προσωπικό, θα πω πως φορούσα μαγιό για έναν και μόνο λόγο.
Θεουλάκο μου, κάνε αυτή η χρονιά να μου χαρίσει περισσότερες βουτιές στη θάλασσα απ΄ ό,τι η προηγούμενη!