Ένας καθηγητής διαφορετικός από τα συνηθισμένα “μοντέλα” καθηγητών. “Ο καθηγητής με τις τιράντες” και με το επιβλητικό παρουσιαστικό. Ευφυής, σοβαρός, με γέλιο τρανταχτό – βγαλμένο απ’ την ψυχή κι αυτό! Η διδασκαλία του, έξω από το “καλούπι” του συστήματος και μοναδικός σκοπός του “να μη γίνει η θεολογία ένα σκυθρωπό πράγμα”. Τα “παλληκάρια” του (αρσενικά και θηλυκά), ήταν “ο πλούτος της ζωής του”, όπως συχνά παραδεχόταν.
Ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου είναι Διδάκτωρ θεολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δίδαξε ως θεολόγος καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας.Είναι αρχισυντάκτης και υπεύθυνος ύλης του θεολογικού περιοδικού “Σύναξη”. Έχει δημοσιεύσει βιβλία και μελέτες.
Ανήκει στη μειοψηφία εκείνη των ανθρώπων της εκκλησίας και της θεολογίας που υψώνουν τη φωνή τους και αναμετρώνται με τον εκκλησιαστικό σκοταδισμό και συντηρητισμό. «Η θεολογία, για να είναι χριστιανική, οφείλει να είναι απελευθερωτική, από τη φύση της» υποστηρίζει και δίνει τη μάχη του κόντρα στον χριστιανικό φονταμενταλισμό.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΜΑΡΙΑΝΘΗ ΠΕΛΕΒΑΝΗ ΣΤΟ TVXS
……………………………………………………………………………………………………………………………………………
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια «έξαρση» φονταμενταλιστών, παραθρησκευτικών οργανώσεων, μια έντονη ανάμιξη μοναστηριών του Αγίου Όρους στα πολιτικά πράγματα, μέχρι και «ιερές μπίζνες»… Από τους παπάδες στις διαδηλώσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών έως την καθοδήγηση από Μοναχούς του Αγίου Όρους των ψηφοφόρων προς εθνικιστικά και ακροδεξιά κόμματα. Μήπως κάτι δεν πάει καλά στην Εκκλησία; Ποια είναι τελικά η θέση της θεολογίας;
Το κρίσιμο σημείο είναι να κοπιάσει κανείς για να ξεκαθαρίσει ποια κριτήρια και ποιες προτεραιότητες γεννά το ευαγγέλιο. Όχι δηλαδή να κινηθεί, μέσα σε ένα κλίμα επιφανειακών εντυπώσεων, προς θέσεις που εργαλειοποιούν την πίστη κολακεύοντας είτε ένα συντηρητικό ακροατήριο είτε προοδευτικούς συνομιλητές. Η αναμέτρηση με τις αξιώσεις την ίδιας της χριστιανικής ταυτότητας είναι απείρως ουσιαστικότερη, σημαντικότερη και τελικά δυσκολότερη δουλειά από την όποια κολακεία.
Έχουμε να κάνουμε λοιπόν όχι απλώς με διαφορά κάποιων απόψεων που συμμερίζονται όμως κάποια κοινά βασικά κριτήρια, αλλά έχουμε να κάνουμε με βάναυσα αναποδογυρίσματα της πίστης, με βάναυσες στρεβλώσεις της. Η παραχώρηση προτεραιότητας στην αυτοχθονία, η δίψα για θεοκρατία (πράγματα που μοιάζουν παλαιικά), η δίψα για οικονομικές συναλλαγές με τον πιο προχωρημένο τρόπο (πράγμα που μοιάζει εκσυγχρονιστικό), η χειραγώγηση συνειδήσεων, η συστηματική παραγωγή μαγικής νοοτροπίας (η οποία αποτελεί τον απόλυτο αντίποδα της χριστιανικής οπτικής), η καθυπόταξη της οικουμενικότητας στον εθνικισμό, η συμφεροντολογική προσχώρηση σε γεωπολιτικά παιχνίδια, όλα είναι αναίρεση της εκκλησιαστικής ουσίας.
Αν εγκύψει κανείς στην εμπειρία της Εκκλησίας, θα δει συχνά ποιμένες να τάσσονται στο πλευρό του ποιμνίου τους που κακουχείται (όπως στο Κιλελέρ ή στην εθνική αντίσταση), και μαζί θα δει και κάτι πολύτιμο: Με πόσον βασανισμό γινόταν αυτό, ώστε η εκκλησιαστική ταυτότητα να μην γίνει υποπροϊόν εθνικό, κρατικό ή ιδεολογικό. Όποτε λείπει αυτός ο βασανισμός και εξατμίζεται η προτεραιότητα του ευαγγελίου, τότε ο Χριστός θα υποκαθίσταται από ιερά είδωλα – εν μέσω βέβαια στεντόριων ομολογιών πίστης και λυσσαλέας προσπάθειας άσκησης μπούλινγκ σε όσους δεν ανέχονται (χρησιμοποιώ φράση του αγίου Νεκταρίου κατά των φανατικών) να φορούν τις αλυσίδες τους.
Πως εξηγείτε αυτόν τον ακραίο συντηρητισμό μεγάλου μέρους των ανθρώπων της εκκλησίας, ενώ την ίδια ώρα είναι λίγοι και αθόρυβοι όσοι τολμούν να θίξουν την κοινωνική δυστυχία που παράγει το σύστημα; Γιατί η Εκκλησία έχει λόγο για τη Μακεδονία και όχι για τους πρόσφυγες που πνίγονται στο Αιγαίο;
Ξέρετε, αυτή η εικόνα χρειάζεται ακριβέστερη εξέταση. Διάφορα θεσμικά κέντρα και πολλοί θρησκευόμενοι όντως έχουν την στάση που λέτε. Όμως το όλο σκηνικό είναι πραγματικά σύνθετο. Είναι πολλοί οι πιστοί, λαϊκοί και ιερείς οι οποίοι βρίσκονται σε διαφωνία, ακόμα και ρήξη, με τη στάση αυτή. Ειδικά στον θεολογικό χώρο υπάρχει, εδώ και δεκαετίες, απίστευτα σημαντική παραγωγή πάνω σε όλες τις πληγές που προανέφερα.
Με ερευνητικό κόπο, με τόλμη, με παρρησία. Αυτό πρέπει να το δει και η κοινωνία. Χαρακτηριστικό του αποπροσανατολισμού που υπάρχει είναι (ανάμεσα σε άλλα) ότι στην προεκλογική περίοδο των εκλογών της 21ης Μαΐου ανέκυψε αίφνης το ζήτημα των σχολικών εγχειριδίων του μαθήματος των Θρησκευτικών. Θλίψη προκαλεί το γεγονός ότι δημοσιογράφοι που αναφέρθηκαν τότε στο ζήτημα αυτό, φανέρωσαν απλώς την αβυσσαλέα ασχετοσύνη τους.
Το θρησκευτικό φαινόμενο είναι παρόν στη δημόσια σφαίρα, και δρα καταλυτικά, είτε αρνητικά είτε θετικά, πάντως καταλυτικά. Θα μπορούσε να το πάρει κανείς είδηση αν παρακολουθούσε τρέχουσες διεθνείς συζητήσεις, κι ας μην διάβαζε ποτέ του τη Σχολή της Φρανκφούρτης για το θέμα! Πόσο μάλλον αν καταλάβαινε ότι αυτό που έχει συμβεί στα Θρησκευτικά από το 2000 μέχρι σήμερα, είναι μια τρομακτική σύγκρουση που αφορά καθαυτή την φύση της παιδείας και την φυσιογνωμία των μαθημάτων που οφείλονται να διδάσκονται. Αυτή τη στιγμή οι σκοταδιστικοί θρησκευτικοί χώροι έχουν πετύχει την έκδοση απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία και ορίζει το μάθημα των Θρησκευτικών ουσιαστικά ως κατηχητικό – άρα ως επιλεγόμενο. Μπορεί κανείς να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει σε διάφορα επί μέρους ζητήματα. Αλλά πότε θα δούμε το μείζον, τι λογής παιδεία θέλουμε;
Όσο για την αποσιώπηση της κριτικής προς το συστημικό κακό και την παραγωγή κοινωνικής αδικίας, τι να πω; Βάναυση αποσιώπηση της ριζοσπαστικότητας του Ευαγγελίου και των Πατέρων. Η διαστροφή εδώ βρίσκεται σε χίλια δυο κόλπα μεταφυσικής νομιμοποίησης του Μαμωνά (παρόλο που η αντίθεση του Χριστού προς αυτόν υπήρξε απερίφραστη) και δαιμονιώδους αντιδιαστολής του «πνευματικού» από το «κοινωνικό». Το «κοινωνικό» είναι «πνευματικό»! Όχι απλώς δεν είναι απεμπόληση της πίστης, αλλά, εντελώς αντίθετα, είναι βίωση και επαλήθευσή της.
Αριστερά και θρησκευτική Πίστη… είναι δύο έννοιες…;
Η χριστιανική συνείδηση έχει παραμέτρους αριστερές, υπό την έννοια ότι προτάγματά της είναι η έμπρακτη αγάπη που οδηγεί σε εξισωτισμό, η άρνηση ιερότητας της ιδιοκτησίας, το αγκάλιασμα του ξένου, η έμφαση στο κοινό και η αρνητικότητα προς τον εγωισμό, ο οποίος θεωρείται από πολλούς σήμερα ατμομηχανή της επιτυχίας και της ανάπτυξης. Και άλλα πολλά… Ταυτόχρονα ωστόσο υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στο πώς οι πολιτικοί χώροι της Αριστεράς νοούν την θρησκευτική πίστη. Δεν εννοώ αν πιστεύουν ή όχι. Εννοώ ότι κατά πλειονότητα κυριαρχούνται από ένα παλαιοημερολογήτικο πνεύμα, το οποίο δεν παίρνει καν χαμπάρι την κοινωνική δυναμική της πίστης (την επισήμανση, ας πούμε, του Ερνστ Μπλοχ ότι η πίστη δηλώνει πως «κάτι λείπει», πως ετούτος εδώ ο κόσμος κι ετούτη εδώ η κοινωνία δεν μπορεί να είναι το τέρμα της ιστορίας).
Η θεολογία γενικά, και θεολογικά κινήματα ειδικότερα, όπως η Θεολογία της Απελευθέρωσης, παράγουν συγκλονιστικές θέσεις, και είναι τουλάχιστον κρίμα και ανευθυνότητα να μένουν οι αριστεροί άνθρωποι σε έναν θρησκευτικό νηπιασμό και σε μια γκροτέσκα αγραμματοσύνη. Ο θρησκευτικού τύπου και μικρόνοιας φονταμενταλισμός είναι (όσο κι αν ακούγεται ίσως παράδοξο) διαδεδομένο διαβρωτικό φαινόμενο και σε ένθεους και άθεους.
Έχετε γράψει για τη Θεολογία της Απελευθέρωσης… Πείτε μας περιεκτικά όσο μπορείτε λίγα λόγια για το κίνημα αυτό…
Γεννημένο στη δεκαετία του 1970 από Λατινοαμερικάνους Καθολικούς, το κίνημα της Θεολογίας της Απελευθέρωσης όρισε ως βασική αποστολή της Εκκλησίας την πάλη κατά της κοινωνικής αδικίας σε κάθε της μορφή. Το κίνημα αυτό έχει προσφέρει πολλά, κι έχει γνωρίσει τάσεις και διαφοροποιήσεις. Βασική θέση του είναι η σύγκρουση με το συστημικό κακό, και βασική διαφοροποίηση η αποδοχή ή όχι της επαναστατικής βίας. Για ένα χριστιανικό κίνημα, η έγνοια για ολίσθηση στον ολοκληρωτισμό και σε καθεστωτική νοοτροπία (σε μια ενδοϊστορική εσχατολογία) οφείλει να είναι ανύστακτη.
Στο διάβα του χρόνου, όπως και άλλες ριζοσπαστικές κινήσεις, έτσι και η Θεολογία της Απελευθέρωσης δέχτηκε φοβερές επιθέσεις από εκκλησιαστικά και πολιτικά κέντρα, και ανέδειξε και μάρτυρες. Αυτό που θέλω να επισημάνω οπωσδήποτε, είναι το εξής: Η θεολογία, για να είναι χριστιανική, οφείλει να είναι απελευθερωτική – από τη φύση της. Δεν είναι δηλαδή υπόθεση απλώς ενός από τα πολλά θεολογικά ρεύματα, αλλά υπόθεση της χριστιανικής ταυτότητας καθαυτήν, της ίδιας της χριστιανικής διδασκαλίας στο σύνολό της, με όλο της το μεταφυσικό φορτίο.
Ολόκληρη η συνέντευξη ΕΔΩ :
Θανάσης Ν. Παπαθανασίου: Στην εκκλησία…«μυρίζει μπαρούτι ξανά» (tvxs.gr)