Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, η στροφή προς τη θεωρητική εκπαίδευση έχει δημιουργήσει ένα σοβαρό πρόβλημα. Την έλλειψη εργατών σε χειρωνακτικές εργασίες. Ενώ οι νέοι μας επιδιώκουν να αποκτήσουν πτυχία και μεταπτυχιακά, οι θέσεις για χειρωνακτικές εργασίες παραμένουν κενές, καθώς η ζήτηση για τέτοιες δεξιότητες αυξάνεται, αλλά η προσφορά μειώνεται.
Η επικέντρωση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου οι νέοι επιδιώκουν επαγγελματικές θέσεις που απαιτούν θεωρητικές γνώσεις, ενώ οι χειρωνακτικές εργασίες θεωρούνται δευτερεύουσες ή υποτιμημένες. Η έλλειψη επαγγελματιών σε τομείς όπως η κατασκευή, η βιοτεχνία, ο τουρισμός και η αγροτική παραγωγή έχει επιφέρει σοβαρές συνέπειες στην οικονομία.
Αυτό το κενό θα καλύπτεται προσωρινά με την προσφυγή σε ξένους εργάτες μέσω διαδικασιών-εξπρές οπως σχεδιάζει η κυβέρνηση. Ωστόσο, αυτή η λύση δεν είναι βιώσιμη μακροπρόθεσμα. Ενώ οι ξένοι εργάτες μπορούν να ανταποκριθούν στις ανάγκες της αγοράς, η εξάρτηση από αυτούς αναδεικνύει την ανάγκη για μια αναθεώρηση της εκπαιδευτικής πολιτικής και των κοινωνικών αντιλήψεων.
Η Ελλάδα χρειάζεται να αναγνωρίσει και να εκτιμήσει τις χειρωνακτικές δεξιότητες. Τα επαγγέλματα που απαιτούν πρακτική εργασία πρέπει να αποκτήσουν την ίδια αξία και σεβασμό που απολαμβάνουν οι ακαδημαϊκές σπουδές. Αν η κοινωνία μας συνεχίσει να αγνοεί τη σημασία αυτών των επαγγελμάτων, θα αντιμετωπίσουμε περαιτέρω δυσκολίες στην κάλυψη των αναγκών της αγοράς εργασίας.
Η Ελλάδα χρειάζεται μια ισορροπημένη προσέγγιση στην εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση. Η αξία των χειρωνακτικών επαγγελματιών πρέπει να αναγνωριστεί και να προωθηθεί, ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα της αγοράς εργασίας και η συνολική ευημερία της κοινωνίας.