Αναστασία Πάτσιου, κοινωνιολόγος,
Πρ. Συντονίστρια Εκπαίδευσης Προσφύγων Δυτικής Μακεδονίας
Το άρθρο 26, της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα ανθρώπινα δικαιώματα αναφέρει πως :
«Ο καθένας έχει δικαίωμα στην εκπαίδευση, η οποία πρέπει να παρέχεται δωρεάν, τουλάχιστον στη στοιχειώδη και βασική βαθμίδα της. Η στοιχειώδης εκπαίδευση είναι υποχρεωτική». Επίσης αναφέρει πως «η εκπαίδευση πρέπει να αποβλέπει στην πλήρη ανάπτυξη της ανθρώπινης προσωπικότητας και στην ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιακών ελευθεριών. Πρέπει να προάγει την κατανόηση, την ανεκτικότητα και τη φιλία ανάμεσα σε όλα τα έθνη και σε όλες τις φυλές και τις θρησκευτικές ομάδες, και να ευνοεί την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων των Ηνωμένων Εθνών για τη διατήρηση της ειρήνης»
Διαβάζοντας το παραπάνω άρθρο, δε μπορεί παρά να σκεφτεί κανείς εάν οι δεσμεύσεις, οι οποίες απορρέουν από αυτά, υλοποιούνται.
Στη χώρα μας, παρατηρείται, ήδη από την τελευταία δεκαετία του 20ου αι., έντονη κινητικότητα ανθρώπων, οι οποίοι αναζητούν εργασία. Ταυτόχρονα, οι συνθήκες ζωής των πολιτών σε κάποιες, λιγότερο αναπτυγμένες κοινωνίες έγιναν όλο και πιο δύσκολες, με αποτέλεσμα σήμερα, εκατομμύρια άνθρωποι να εξωθούνται στη μετανάστευση και την προσφυγιά, κυνηγημένοι από τις συγκρούσεις και τη φτώχεια. Οι τεράστιες αυτές μετακινήσεις έχουν ως αποτέλεσμα πολλά νεαρά άτομα και παιδιά να κινδυνεύουν να μείνουν εκτός εκπαίδευσης.
Η έλλειψη εκπαίδευσης έχει ολέθριες συνέπειες τόσο στα ίδια τα άτομα, όσο και στις κοινωνίες υποδοχής. Αρχικά, όσον αφορά στα άτομα, δεν έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν τις δημιουργικές ικανότητές τους, να ενταχθούν στις κοινωνικές δομές, να αναπτύξουν την προσωπικότητά τους. Να διαμορφώσουν στάσεις, αντιλήψεις, νοοτροπίες για το περιβάλλον, τον τρόπο ζωής και τον κόσμο. Να αποκτήσουν τις αναγκαίες (θετικές) δεξιότητες, ώστε να υιοθετήσουν συμπεριφορές που σχετίζονται με έναν υγιή τρόπο ζωής. Συμπεραίνεται λοιπόν, ότι ένταξη των μεταναστών και των προσφύγων στην εκπαίδευση θα επιφέρει, αναπόφευκτα και την ένταξή τους στην κοινωνία υποδοχής. Οι κοινωνίες από όλα αυτά θα ωφεληθούν, καθώς θα αποτελέσει ένα από τα κλειδιά της οικονομικής και της κοινωνικής ανάπτυξης.
Το μεταναστευτικό δεν αποτελεί το μοναδικό φαινόμενο που προκαλεί και ενισχύει τον πολιτισμικό πλουραλισμό των κοινωνιών. Η παγκοσμιοποίηση και διεθνοποίηση της οικονομίας έχει ως αποτέλεσμα την συνύπαρξη ατόμων με διαφορετικές κουλτούρες.
Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν εμφανίζονται προκλήσεις, αλλά συνάμα και ευκαιρίες στο σύγχρονο σχολείο. Η αρμονική συνύπαρξη μαθητών και μαθητριών που προέρχονται από διαφορετικά πολιτισμικά περιβάλλοντα, θα εμπλουτίσει τις εκπαιδευτικές εμπειρίες όλων των συμμετεχόντων, μαθητών/τριών, εκπαιδευτικών και γονέων. Η αλληλεπίδραση ατόμων με διαφορετικές κουλτούρες και η ανάπτυξη μιας διαπολιτισμικής επικοινωνίας, θα επιφέρει τη διαπολιτισμική συνείδηση, η οποία θα ξεφύγει από τα στενά πλαίσια του σχολείου και θα συντελέσει στον σεβασμό του διαφορετικού και την ένταξη όλων σε μια κοινωνία ισονομίας.
Η μεγάλη πρόκληση για το σχολείο αφορά στο είδος της ένταξης των αλλοεθνών στους κόλπους του. Ο εθνοκεντρισμός του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος επιφέρει την αφομοίωση, ή την περιθωριοποίησή τους ως διαφορετικούς και, στην ουσία, αναπαράγει τις υφιστάμενες σχέσεις κυριαρχίας και δημιουργεί κοινωνίες μέσα στις κυρίαρχες κοινωνίες. Αντίθετα, μια πλουραλιστική προσέγγιση, θα επιφέρει την κοινωνική αλληλεπίδραση, την αλληλεγγύη, την ισότητα των ευκαιριών για όλους. Θα έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία πολιτών, οι οποίοι θα συνδιαμορφώσουν το κοινωνικό γίγνεσθαι και, με την ενεργό συμμετοχή τους στα κοινά, θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της κοινωνικής συνοχής και, κυρίως, της δημοκρατίας.