Επί πολλά χρόνια, διάφορες απλοϊκές παρουσιάσεις απέδιδαν πολυάριθμες αρετές στη διακρατική υιοθεσία. Ιστορικά, η πρακτική αυτή άρχισε να γίνεται ευρύτερα γνωστή στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Η μιντιακή κάλυψη των πολέμων του Βιετνάμ (1955-1975) και της Μπιάφρα (1967-1970) συνέβαλε στην ανάδυση μιας νέας ανθρωπιστικής ηθικής.
Σύμφωνα με τα δυτικά ΜΜΕ, οι χώρες του Νότου ξεχείλιζαν από ορφανά. Η υιοθεσία δεν ήταν απλά η προσφορά οικογένειας σε ένα ορφανό παιδί: ήταν και η σωτηρία ενός ανθρώπινου όντος που υπέφερε και, κατά βάθος, η προσφορά μέρους του δυτικού πλούτου στους φτωχούς και τους εξαθλιωμένους.
Σύμφωνα με τον Σεμπαστιέν Ρου, ερευνητή στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας (CNRS), πολλοί επιπλέον παράγοντες συνέβαλαν στην έκρηξη του φαινομένου: «Η επανάσταση στις μεταφορές, το τέλος των αποικιακών αυτοκρατοριών, η απουσία αποτελεσματικής κοινωνικής και υγειονομικής πολιτικής σε πολλές χώρες του Νότου». Το φαινόμενο εξαπλώθηκε σταδιακά σε ολόκληρη την Ευρώπη, ιδίως στη Σουηδία, η οποία παρουσιάζει το υψηλότερο ποσοστό υιοθεσιών ανά κάτοικο παγκοσμίως1.
Τη δεκαετία του 1960, στη χώρα υιοθετήθηκαν από το εξωτερικό περίπου εξήντα χιλιάδες παιδιά, προερχόμενα κυρίως από τη Νότια Κορέα, την Ινδία και την Κολομβία. Το Σουηδικό Κέντρο Υιοθεσίας, που ιδρύθηκε το 1972 με πρωτοβουλία θετών γονέων σε σύμπραξη με το σουηδικό κράτος, εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα στον κόσμο.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της σημαντικότητας του θεσμού της υιοθεσίας στη σουηδική κουλτούρα είναι ότι η χώρα διαθέτει περισσότερα από τριακόσια βιβλία σχετικά με το ζήτημα, πολλά από τα οποία απευθύνονται σε παιδια2.
Από την πλευρά της, η Γαλλία αποτελεί τη δεύτερη χώρα υποδοχής, όσον αφορά τον αριθμό υιοθετημένων παιδιών, μετά τις ΗΠΑ. Η κορύφωση ήταν το 2005, όταν από το υπουργείο Εξωτερικών εκδόθηκαν 4.136 βίζες με την ένδειξη «υιοθεσία», έναντι 935 το 1980.
Εντούτοις, μια σειρά από σκάνδαλα και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού συνέβαλαν στην αμαύρωση της φήμης ενός σύμπαντος που ως χαρακτηριστικό γνώρισμα είχε τα αγαθά κίνητρα και τις υποσχέσεις για σωτηρία. Ήδη από το 1975, στη Χιλή, το περιοδικό «VEA» προειδοποιούσε τους αναγνώστες του για την ύπαρξη «μιας μυστηριώδους οργάνωσης που υιοθετούσε παιδιά γεννημένα από ανύπαντρες μητέρες για να τα στείλει στην Ευρώπη» και τόνιζε την ανησυχία των αρχών έκδοσης διαβατηρίων –μαρτύρων του αριθμού των βρεφών που εξέρχονταν από τη χώρα. Σύμφωνα με το άρθρο, εγκέφαλος του κυκλώματος φέρεται να ήταν κάποια Άννα Μαρία Έλμγκρεν3.
Κάτοικος Σαντιάγο ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, σύζυγος ενός καραμπινέρο (χωροφύλακα), η Σουηδή υπήκοος εξοικειώθηκε με τις τοπικές διαδικασίες υιοθεσίας, βοηθώντας την αδελφή της να υιοθετήσει ένα παιδί από τη Χιλή4. Στη συνέχεια, μεταξύ 1973 και 1990, οργάνωσε περίπου δύο χιλιάδες υιοθεσίες με την ιδιότητά της ως τοπική αντιπρόσωπος της σουηδικής οργάνωσης Adoptions centrum. Το 2003, σε έρευνα που διεξήγαγε η Χιλιανή δημοσιογράφος Άνα Μαρία Ολιβάρες, αποκαλύφθηκε ότι η Έλμγκρεν δρούσε στη βάση ενός εκτεταμένου δικτύου κοινωνικών λειτουργών, παιδαγωγών και δικαστών που εντόπιζαν τα παιδιά για λογαριασμό της και διευκόλυναν τις διαδικασίες υιοθεσίας. Η Εσμεράλδα Κεσάδα, κοινωνική λειτουργός από την πόλη Κονσεπσιόν και μετέπειτα πρόεδρος του Δικαστηρίου Ανηλίκων, ενημέρωνε την Έλγκρεμ μόλις υπήρχαν διαθέσιμα παιδιά. Ασκούνταν έντονες πιέσεις σε φτωχές μητέρες που αναζητούσαν οικονομική βοήθεια ή βρεφονηπιακό σταθμό για τη φύλαξη των παιδιών τους, όπως και σε ανύπαντρες μητέρες. Μερικές φορές επρόκειτο απλώς για παιδιά που περιπλανούνταν μόνα στους δρόμους, όπως στην περίπτωση δύο αδελφών οι οποίοι συνελήφθησαν από τους καραμπινέρος για αλητεία: o πατέρας τους, εργαζόμενος που είχε αναθέσει τη φύλαξή τους σε μια νταντά, ουδέποτε ειδοποιήθηκε από την αστυνομία και τα παιδιά του δόθηκαν για υιοθεσία. Ο φάκελός τους ανέφερε ότι τα παιδιά είχαν γεννηθεί εκτός γάμου, πράγμα που σήμαινε ότι δεν ήταν απαραίτητη η συγκατάθεση του πατέρα.
Σύμφωνα με έκθεση της Εξεταστικής Επιτροπής που συγκροτήθηκε το 2018 από τη Βουλή των Αντιπροσώπων της Χιλής, «είναι αποδεδειγμένο γεγονός ότι στη Χιλή εκατοντάδες παιδιά αποσπάστηκαν από τους γονείς τους για να υιοθετηθούν στο εξωτερικό»5 κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του στρατηγού Αουγκούστο Πινοσέτ. Η πιο συνήθης μέθοδος ήταν να κάνουν τη μητέρα να πιστέψει ότι το παιδί της είχε πεθάνει και ότι το σώμα του είχε δωριστεί στην επιστήμη, αποφεύγοντας έτσι τις καταγγελίες. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, περίπου είκοσι δύο χιλιάδες παιδιά υιοθετήθηκαν και στάλθηκαν σε είκοσι πέντε χώρες του εξωτερικού, μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Ιταλία.
«Σας απήγαγαν»
Υιοθετημένος γιος διευθυντικού στελέχους μεγάλης σκανδιναβικής τράπεζας, ο Φρέντρικ Ντάνμπεργκ μεγάλωσε στο Μπόσταντ, μια ευημερούσα περιοχή της Σουηδίας. Είναι 45 ετών. Σε όλη τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας του, τόσο ο ίδιος όσο και ο δίδυμος αδελφός του γνώριζαν ότι η βιολογική μητέρα τους, μια Χιλιανή, τους έδωσε προς υιοθεσία διότι ήταν άρρωστοι και εκείνη άπορη. Με τη στήριξη ακτιβιστών για τα δικαιώματα των υιοθετημένων, κατάφεραν να βρουν την αδελφή τους στο Facebook, η οποία τους βοήθησε να έρθουν σε επαφή με τη βιολογική μητέρα τους. Η πρώτη τους συνάντηση γίνεται μέσω ηλεκτρονικής οθόνης: εκείνη μιλά ισπανικά, εκείνοι σουηδικά, εμείς τελούμε χρέη διερμηνέα. Σύμφωνα με τη γυναίκα, όταν οι γιοι της ήταν δύο μηνών, χρειάστηκε να τους πάει στο νοσοκομείο του Σαντιάγο για τη θεραπεία ενός εκζέματος στα πρόσωπά τους. Της απέσπασαν τα παιδιά για να τα εξετάσουν, όπως θεώρησε η μητέρα, όμως δεν της τα επέστρεψαν ποτέ. Το προσωπικό του νοσοκομείου τής ανακοίνωσε ότι οι δίδυμοι γιοι της ήταν νεκροί. Ζήτησε να δει τα πτώματά τους, χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Παρότι ο πατέρας τους παραιτήθηκε κάποια στιγμή από την αναζήτησή τους, εκείνη δεν εγκατέλειψε ποτέ την προσπάθεια, ενώ δηλώνει ότι ουδέποτε υπέγραψε κάποιο χαρτί υιοθεσίας. «Σας απήγαγαν», διαβεβαιώνει τους γιους της.
Στη Γαλλία, ο θεσμός της διακρατικής υιοθεσίας δεν ανέκαμψε ποτέ πλήρως μετά το σκάνδαλο της γαλλικής ΜΚΟ «Κιβωτός της Ζωής» (L’Arche de Zoé). Στις 25 Οκτωβρίου 2007, έξι μέλη της οργάνωσης συνελήφθησαν στο Τσαντ ενώ προσπαθούσαν να επιβιβάσουν σε αεροσκάφος εκατόν τρία ανήλικα παιδιά καλυμμένα με ψεύτικους επιδέσμους και ορούς. Για τις οικογένειες που τα περίμεναν στη Γαλλία, επρόκειτο για απροστάτευτα παιδιά, θύματα του λιμού στο Νταρφούρ, περιοχής του δυτικού Σουδάν.
Σύμφωνα με την έρευνα της τοπικής αστυνομίας, διαπιστώθηκε ότι στην πραγματικότητα τα παιδιά κατάγονταν από το Τσαντ, στην πλειοψηφία τους με γονείς εν ζωή και νομικά μη διαθέσιμα για υιοθεσία. Η υπόθεση εξελίχθηκε σε διπλωματική κρίση μεταξύ Γαλλίας και Τσαντ, με τον τότε πρόεδρο της χώρας Ίντρις Ντεμπί Ίτνο να καταγγέλλει «παράνομη διακίνηση ανθρώπων» από την πρώην αποικιακή δύναμη, με τη συνεργία ασυνείδητων τρίτων.
Οι Γάλλοι πρωταγωνιστές του σκανδάλου, αφού καταδικάστηκαν από τις δικαστικές αρχές του Τσαντ και επαναπατρίστηκαν στη Γαλλία για την έκτιση των ποινών τους, παραπέμφθηκαν ενώπιον του Πλημμελειοδικείου του Παρισίου με τις κατηγορίες της «παροχής βοήθειας για την παράνομη διαμονή ανήλικων αλλοδαπών στη Γαλλία», της «απάτης» και της «παράνομης άσκησης της δραστηριότητας του διαμεσολαβητή με σκοπό την υιοθεσία».
Στις 12 Φεβρουαρίου 2013, το Εφετείο καταδίκασε τον πρόεδρο της «Κιβωτού της Ζωής» Ερίκ Μπρετώ και τη σύντροφό του Εμιλί Λελούς σε φυλάκιση τριών ετών, εκ των οποίων το ένα με αναστολή. Φυσικές καταστροφές, πόλεμοι, πολιτικές μεταβολές –ιδίως όσα καλύπτονταν από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης– φούσκωσαν το ρεύμα αναζήτησης «ορφανών» παιδιών από το εξωτερικό. Οι χαοτικές συνθήκες μέσα στις οποίες διαδραματίζονταν αυτά τα γεγονότα αναπόφευκτα ενθάρρυναν καιροσκοπικές συμπεριφορές. Στη Ρουμανία, μετά την ανατροπή του Νικολάε Τσαουσέσκου το 1989, τα ευρωπαϊκά τηλεοπτικά κανάλια μετέδιδαν σε ώρες υψηλής τηλεθέασης εικόνες υποσιτισμένων παιδιών, αλυσοδεμένων στα κρεβάτια τους, σε οικοτροφεία με άθλιες συνθήκες υγιεινής.
Η συγκίνηση οδήγησε στο άνοιγμα μιας «αγοράς»: δεκάδες χιλιάδες παιδιά μεταφέρθηκαν εκτός Ρουμανίας κατά τη δεκαετία του 1990, προτού η χώρα απαγορεύσει τα διεθνή πρακτορεία υιοθεσίας το 2001. Εξάλλου, η πολιτική του ενός παιδιού που υιοθετήθηκε το 1979 από το Πεκίνο δημιούργησε στη Δύση τη φαντασίωση ότι κοριτσάκια εγκαταλείπονταν μαζικά από τις οικογένειές τους.
Η ένταξη της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία δημιούργησε ένα νέο ρεύμα: στις αρχές της δεκαετίας του 2000, τα κινεζικά ορφανοτροφεία εντάχθηκαν στο διεθνές σύστημα υιοθεσίας και εξελίχθηκαν στους κορυφαίους παρόχους παιδιών προς υιοθεσία. Παρά την επικύρωση από το Πεκίνο, το 2005, της Διεθνούς Σύμβασης της Χάγης (ΔΣΧ) για την προστασία των παιδιών και τη συνεργασία στη διακρατική υιοθεσία –το κείμενο αναφοράς όσον αφορά τους κανόνες της διαδικασίας– τα δίκτυα εμπορίας ανθρώπων ευημέρησαν6.
Το 2005, δέκα άτομα καταδικάστηκαν από την κινεζική δικαιοσύνη για εμπορία ανθρώπων στην επαρχία της Χουνάν, καθώς είχαν πουλήσει παιδιά –έναντι 370 ευρώ έκαστο– σε ορφανοτροφεία, τα οποία με τη σειρά τους τα προσέφεραν σε δυτικά πρακτορεία υιοθεσίας έναντι 1.000 έως 5.000 ευρώ.
Καμία εμπλεκόμενη οργάνωση στην Ευρώπη ή στις ΗΠΑ δεν τιμωρήθηκε αντιστοίχως για την αγορά των συγκεκριμένων παιδιών. Στην Αϊτή, μετά τον καταστροφικό σεισμό του 2010 που άφησε πίσω του περισσότερους από 200.000 νεκρούς, τα ιδιωτικά πρακτορεία υιοθεσίας έσπευσαν στο νησί. Μια αμερικανική οργάνωση Βαπτιστών συνελήφθη στα σύνορα με τη Δομινικανή Δημοκρατία να μεταφέρει τριάντα τρία παιδιά χωρίς άδεια ή επίσημα έγγραφα7.
Τα σκάνδαλα αυτά βύθισαν τη διακρατική υιοθεσία σε μια βαθιά ηθική κρίση8. Το 2019, μόλις 421 παιδιά έφτασαν στο γαλλικό έδαφος, σημειώνοντας μια μείωση κατά 90% σε σχέση με το 2005. Οι απόπειρες ρύθμισης του κανονιστικού πλαισίου της υιοθεσίας, προκειμένου να κατευναστούν οι ανησυχίες, απέτυχαν να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στον θεσμό, ο οποίος αντιμετωπίζεται πλέον με καχυποψία. Προκειμένου να προσδώσει δεοντολογικό χαρακτήρα στις πρακτικές του, το Βιετνάμ προσφέρει προς διακρατική υιοθεσία μόνο παιδιά με «ειδικές ανάγκες», εν ολίγοις παιδιά με ιατρικές παθήσεις. Στα χαρτιά, η πρακτική αυτή συμμορφώνεται με τη Σύμβαση της Χάγης, κατά την οποία πρέπει να δίνεται μεν προτεραιότητα στη διατήρηση των παιδιών στο περιβάλλον καταγωγής τους, επιτρέποντας ωστόσο τη διεθνή κινητικότητα για ανθρωπιστικούς λόγους.
Παρένθετες μητέρες σε Ινδία και Ουκρανία Εντούτοις, στην πραγματικότητα, όπως σημειώνει ο κοινωνιολόγος Σεμπαστιάν Ρου, «η ηθική μέριμνα βρίσκεται στην καρδιά της Σύμβασης της Χάγης, διαστρεβλώνεται όμως προς όφελος μιας εθνικιστικής πολιτικής που κατανέμει τα παιδιά ανάλογα με την κατάσταση της υγείας τους, στέλνοντας εκ των πραγμάτων τα λιγότερο επιθυμητά πέραν των συμβολικών και πολιτικών συνόρων της εκάστοτε εθνικής κοινότητας». Στη Γαλλία, οι αρμόδιοι φορείς για την υποστήριξη της υιοθεσίας εξωθούν τους υποψήφιους γονείς να εκπονήσουν ένα σχέδιο συμβατό με παιδιά με τέτοια χαρακτηριστικά και τους προετοιμάζουν ώστε να αντιμετωπίσουν την εμφάνιση ψυχολογικών τραυμάτων συνδεδεμένων με την εγκατάλειψη. Μέσα από την ηθικολογία, ο κλάδος της διακρατικής υιοθεσίας αποθαρρύνει πληθώρα υποψήφιων γονέων.
Ενώ η σκοτεινή πλευρά της υιοθεσίας έρχεται τελικώς στο φως, μια νέα πρακτική έρχεται να την αντικαταστήσει: η παρένθετη μητρότητα. Η τελευταία προσφέρει στα δυτικά ζευγάρια κάτι που η υιοθεσία δεν μπορεί: ένα νεογέννητο μωρό, συνήθως λευκό, που φέρει τα δικά τους γονίδια ή γονίδια της επιλογής τους. Κατά κανόνα, ως δότριες ωαρίων επιλέγονται λευκές γυναίκες, με κριτήριο την εμφάνιση και τη φυσική κατάστασή τους. Τα γονιμοποιημένα έμβρυά τους εμφυτεύονται σε παρένθετες μητέρες ινδικής ή ουκρανικής καταγωγής, επιλεγμένες για τις ανταγωνιστικές τιμές τους –αλλά και για το γεγονός ότι είναι υπήκοοι χωρών των οποίων η ευνοϊκή νομοθεσία εγγυάται πλήρη δικαιώματα στους υποψήφιους γονείς. Όσοι επιλέγουν την παρένθετη μητρότητα σίγουρα δεν βιώνουν το αίσθημα ικανοποίησης της σωτηρίας ενός παιδιού, δεν κινδυνεύουν όμως και να κατηγορηθούν ότι έκλεψαν το παιδί κάποιου άλλου. Ωστόσο, η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται. Ο θεσμός της παρένθετης μητρότητας ήδη στιγματίζεται από κατηγορίες παρένθετων μητέρων, που δεν κατανόησαν επαρκώς τις συμβάσεις (γραμμένες στα αγγλικά και όχι στη μητρική γλώσσα τους), αλλά και από κατηγορίες για απάτες. Εξάλλου, τα πρώτα παιδιά που γεννήθηκαν μέσα από τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας έχουν ήδη αρχίσει να την αμφισβητούν9.
Από το 2011, η Συνδιάσκεψη της Χάγης για το Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο (HCCH), ένας διακυβερνητικός θεσμός που απαρτίζεται από 90 κράτη-μέλη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, συγκαλεί κάθε χρόνο νομικούς και εμπειρογνώμονες στη βάση μιας διαπίστωσης: «Η παρένθετη μητρότητα έχει γίνει μια παγκόσμια αγορά, κάτι που δημιουργεί μια σειρά από δυσκολίες, ιδίως όταν τα εμπλεκόμενα μέρη βρίσκονται σε διαφορετικές χώρες». Ο σκοπός τους: η θέσπιση διεθνών κανόνων για «τη ρύθμιση του θεσμού σε διακρατικό επίπεδο και για τη διευκόλυνση της αμοιβαίας αναγνώρισης της σχέσης γονέα-τέκνου όπως αυτή συστήνεται ως δικαίωμα στις συμβάσεις παρένθετης μητρότητας»10. Θα καταφέρουν άραγε να νομιμοποιήσουν μια εμπορική δραστηριότητα που βρίσκεται ήδη στο στόχαστρο; Ή τα σκάνδαλα, τόσο του παρελθόντος όσο και του μέλλοντος, μαζί με την κινητοποίηση των φεμινιστικών οργανώσεων, θα πλήξουν τη νέα αυτή «αγορά», όπως ακριβώς συνέβη με τη διακρατική υιοθεσία;
1. «Adoptions in Sweden», Adoptionscentrum.
2. Tobias Hübinette, «Sverige som adoptionsland och adopterade som migranter», «Välfaïd», τόμος 7, τ. 2, Σόλνα (Σουηδία), 2007.
3. Wolrad Klapp, «Escandaloso tráfico de guaguas chilenas», «VEA», τ. 1883, Σαντιάγο, Χιλή, 14 Αυγούστου 1975.
4. Μήνυση της Έλμγκρεν κατά του τηλεοπτικού καναλιού Chilevisión, υποβληθείσα στο Εφετείο του Σαντιάγο, 8 Μαΐου 2018.
5. Έκθεση της Ειδικής Εξεταστικής Επιτροπής για τις ενέργειες κρατικών φορέων σχετικά με πιθανές παρατυπίες στις διαδικασίες υιοθεσίας και καταγραφής των υιοθετούμενων ανηλίκων και ελέγχου της εξόδου τους από την επικράτεια, Βουλή των Αντιπροσώπων, Σαντιάγο, Χιλή, 2018.
6. Pang Jiaoming, The Orphans of Shao, Women’s Rights in China, Νέα Υόρκη, 2014.
7. Kathryn Joyce, The Child Catchers: Rescue, Trafficking, and the Gospel of Adoption, PublicAffairs, Νέα Υόρκη, 2013.
8. Sébastien Roux, Sang d’encre. Enquête sur la fin de l’adoption internationale, Vendémiaire, Παρίσι, 2022. Οι πληροφορίες αυτής της παραγράφου πάρθηκαν από το εν λόγω βιβλίο.
9. Jessica Kern, «What happens when you learn that you were born through commercial surrogacy?», μαρτυρία στην ιστοσελίδα Legalize surrogacy: why not?.
10. Claire de La Hougue, «GPA: Que s’est-il dit à la conférence de La Haye?», Gènéthique, 17 Απριλίου 2018.
Το άρθρο της Kajsa Ekis Ekman στην Le Monde Diplomatique. H Kajsa Ekis Ekman είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του Being and Being Bought: Prostitution, Surrogacy and the Split Self, Spinifex Press, Little River (Αυστραλία), 2013.