της Ελένης Γκόρα
Το δέρμα σου ακόμα αλμύρα, τα μαλλιά σου φύκια
τα μάτια σου φως κι ελπίδα
με βραχιόλια στα πόδια και στα χέρια
και μερικά ψιλά στην τσέπη για μπύρες με φίλους στην πλατεία.
Έτσι ξεκινάς
Κι είσαι εσύ, ο κόσμος σου και μερικές σελίδες
Θες να φύγεις, λες μπορώ
Κι αυτό το μπορώ κάπου στη μέση γίνεται τηλέγραφος
Η φωνή του μπαμπά, της μαμάς, της θείας, του γείτονα,
του γείτονα του γείτονα, γίνεται εσύ
λες και εσύ θα θελες να ‘σουνα αυτοί.
Τα αυτιά σου βλέπουν, τα μάτια σου ακούν
η γλώσσα σου μυρίζει , η μύτη σου γεύεται
το χέρι σου περπατάει, το πόδι σου γράφει
ο εαυτός σου κοιμάται κι η καρδιά σου ξυπνάει
Μπορείς να φύγεις, λες δεν θες
Τα δέρμα σου θαμπό , τα μαλλιά σου κόμπος
τα μάτια σου στάχτες με πέτρες στα πόδια και στα χέρια
και μερικά χαρτιά στις τσέπες με τα sos για το βαθμό
Έτσι τελειώνεις ή μάλλον έτσι αρχίζεις
Γιατί εσύ είσαι εσύ
και οι άλλοι είναι οι άλλοι.
Καλή επιτυχία στο δικό σου δρόμο,
είναι ο δρόμος σου να περηφανεύεσαι γι΄ αυτόν.