Πόσα μηνύματα κρύβει ένα μήνυμα; Τόσα όσα και ένα συναίσθημα. Με μπογιά, με σπρέι, με μαρκαδόρο, με πλήκτρα. Ο τοίχος είχε τη δική του ιστορία, μια τέτοια είχε να μοιραστεί και αυτός που το έγραψε. Έναν περίπατο στην πόλη και θα λάβεις τόσα πολλά. Με την άκρη του ματιού σου, ίσα που πρόλαβες να το διαβάσεις, το αναλύεις στο μυαλό σου για να πιάσεις το βαθύτερο νόημα, το προσπερνάς και προσπαθείς να το θυμηθείς αργότερα, το εντοπίζεις για να ξαναβρεθείς στο ίδιο σημείο και να τσεκάρεις αν το θυμήθηκες αυτολεξεί, το διαγράφεις και το καταχωρείς στα ασήμαντα, σε ένα κοντοσταματάς και χαμογελάς. Υπάρχουν όμως και μερικά που νομίζεις πως τα έγραψες εσύ, εκεί στα κρυφά και θεοσκότεινα.
Σε πολυκατοικίες, κτήρια, δημόσιες υπηρεσίες, πινακίδες, τηλεφωνικούς θαλάμους, καφάο, δημόσιες τουαλέτες, οθόνες, σχεδόν παντού, ακόμη και πάνω στη σκόνη του αυτοκινήτου σου. Καταιγισμός μηνυμάτων που στόχο έχουν να τα δεις! Είναι και αυτά όμως, που δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους, δεν βρήκαν τους παραλήπτες τους ή τους βρήκαν αλλά τα αγνόησαν. Με περιεχόμενο πολιτικό, με χαρακτήρα κοινωνικό, με χιουμοριστική διάθεση, έξυπνα, καυστικά, ερωτικά, διαχρονικά και επίκαιρα, παντός καιρού. Ούτε χιόνι, ούτε βροχή δεν τα ξεπλένει.
Κραυγές γραπτές, εξομολογήσεις στριμωγμένες σε μια μόνο γραμμή, αφύπνιση επιτόπια, χρώμα αταίριαστο πάνω στο γκρίζο, μια παρέμβαση στην αισθητική του χώρου που άλλους τους «φτιάχνει» και άλλους τους «χαλάει». Mια παρουσία του «αντί» στη συμβατική σου βόλτα. Το καλύτερο μήνυμα είναι αυτό που δεν γράφτηκε ακόμα. Εκείνο το ανεξίτηλο που το κουβαλάς πάντα και παντού, εκείνο που διήρκησε δευτερόλεπτα όσο και τα γράμματα των χνότων σου.
Αυτά με τα πλήκτρα να φοβάσαι που γράφονται και σβήνονται στο λεπτό. Περνάς μετά από καιρό από το ίδιο σημείο, που τώρα έχει φρεσκοβαφτεί και ξέρεις τι κρύβει, είχες προλάβει να το διαβάσεις, να το δεις. Ακόμα και αν δεν το είδες ή δεν το θυμάσαι, τώρα ξέρεις πως κάτι υπήρχε εκεί, το μαρτυρά η μπογιά που τρέχει να το καλύψει.